Σελιδοδείκτης| Πες του, θα το ξαναδιαβάσω | Πες της , Χρήστος Οικονόμου

Της Μαρίνας Καρτελιά.

Χρήστος Οικονόμου

Πες της

Τελείωσα το Πες της του Χρήστου Οικονόμου που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πόλις, μέσα σε αναλογικά δυο μέρες. Το άρχισα τη μια και μέχρι το βράδυ είχα φτάσει στα μισά.

Δεν είναι τόσο ότι είναι μικρό. Ούτε ο ρέων χαρακτήρας της πλοκής του βιβλίου. Είναι το λέγειν της ηρωίδας που εργάζεται ως κούριερ {ουφ, είδατε; Απέφυγα το σκόπελο να βάλω γένος στη λέξη, κάτι που απασχολεί τις πρώτες σελίδες, αλλά εγώ σπόιλερ δεν κάμω, θα καταλάβετε τι εννοώ όταν το διαβάσετε}. Είναι ότι αυτή η γυναίκα, που τώρα καταλαβαίνω ότι δεν ξέρουμε το όνομά της και δεν μας απασχολεί, μοιράζεται μαζί μας μέρες από την επαγγελματική της ζωή, αφού μέσα απ΄΄΄’αυτή, ρεπορταζιακά καταγράφει και παρατηρεί τις ζωές των ανθρώπων.

Το μοντάζ και ντεκουπάζ των σκηνών και επεισοδίων, των ανθρώπων και των μικρών ιστοριών τους που διαρκούν όσο και μια παράδοση ή παραλαβή δ΄έματος είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, σφιχτό και αποδίδον το σασπενς που μας χρειάζεται. Δεν υπάρχουν κεφάλαια, ούτε ενότητες, η ιστορία είναι γραμμένη ως ρέουσα απ’την αρχή ως το τέλος, αλλά ούτε κι αυτό μας χρειάζεται, αφού η αφηγήτρια ξέρει να κόβει μόνη της τις ιστορίες χωρίς να μπερδευτούμε, τόσο όμορφα και τόσο φυσικά, ώστε προς το τέλος όταν θα ενωθούν τα περιστατικά στη γραφή της, να μπορούμε να συνάγουμε το απαύγασμα, το απόσταγμα και το γιατί.

Οι παράξενοι ήρωες παραλήπτες ή αποστολείς, είναι άνθρωποι που όλοι μας μπορεί να συναντήσουμε αλλά η αφηγήτρια, με την πένα του συγγραφέα καταφέρνει να ρίξει πάνω τους τον προβολέα, να φέρει φως απ’το σκοτάδι μέσα, όπως συχνά λέει.

Δυο φράσεις λάιτ-μοτίβ, επαναλαμβανόμενες δηλαδή ανά τακτά διαστήματα, δίνουν απ’τη μια το στίγμα της κεντρικής ηρωίδας, αυτό του παρατηρητή, κι απ’την άλλη μας ενώνουν αφηγηματικά με την τελευταία ιστορία που είναι και η αρχική του βιβλίου.

Η σοφία που ξεπετάγεται από το αύτανδρο χιούμορ, φ΄έρνει δάκρυ άλλοτε, και την ίδια στιγμή, κελαριστό, πηγαίο, αληθινό γέλιο όπως πριν από πάρα πολύ καιρό, κι αυτό είναι προσόν. Με την κυρία Χρυσοστόμου, μου ήρθε γέλιο έως δακρύων και αντηλαλούσε σ΄’όλα τα βότσαλα της παραλίας. ΄ ‘Αλλοτε πάλι είναι πικρό, καυστικό χιούμορ που σε σημαδεύει καλύτερα από την πιο σοβαρή ή σοβαροφανή ανάλυση.

Με αρχικό στίγμα τη διεύθυνση, την οδό του συμβάντος, ο συγγραφέας αποδεικνύει πόσο όσο ενδεικτική είναι, άλλο τόσο είναι και τυχαία, αφού τα όσα συμβαίνουν θα μπορούσαν να συμβούν οπουδήποτε. Και οποτεδήποτε.

Το θέμα του χώρου απασχολεί τον συγγραφέα όσο και το θέμα του χρόνου. Επομένως το θέμα του θανάτου αντάμα με το θέμα της αγάπης, κυρίαρχα πάντα θέματα της λογοτεχνίας, αποτελούν κι εδώ κι απλώνονται από την αφηγήτρια ως κεφαλαιώδη και ως ρυθμίζοντα τις εξελίξεις και το δρόμο της ζωής.

Ο πόνος, επίσης είναι ένα ζήτημα που απασχολεί. Η απώλεια και πώς τη διαχειρίζονται οι άνθρωποι. Η κοινωνική αντισυμβατικότητα και η συμβατικότητα, η μοναξιά και οι μικρές τραγωδίες που θραύσματα τους ανακαλύπτονται πίσω από κλειστές ή μισάνοιχτες πόρτες.

Συμπερασματικά, ο κόσμος μας περιγράφεται, με απλές λέξεις, με τρανταχτές εικόνες όσο κι απλές, με κινηματογραφικές λεπτομέρειες ενός διευθυντή φωτογραφίας, που δε θέλει να κάνει το Ραν, ή μια επική ταινία, δεν θέλει να φτιάξει ένα ρομαντικό αριστούργημα με τα ειδυλλιακά τοπία. Είναι περισσότερο μια αλμοδοβαρική ματιά, αυτή των κουρελιών που τραγουδάνε ακόμα, έχει πινελιές από τους Αισθηματίες, και την ίδια στιγμή από τους Ατσίδες με τα Μπλε, αλλά και από τις ταινίες του Ντε Σίκα, του Αντονιόνι, στιγμές του Αγγελόπουλου, για να καταλήξει στο Ρόμα ως ατμόσφαιρα, του Κουαρόν.

Η σκηνή από το χωριό ως το σπίτι και η ξιφομαχία στο χιόνι είναι υψηλή κινηματογραφία..

Οι ιστορίες του Χρήστου Οικονόμου έχουν αξία, χρώμα και μουσική. ‘Εχουν και διάρκεια ως αποτύπωμα στη μνήμη. Μένουν. Γι’αυτό, επειδή θέλω να το καλοχωνέψω,

Πες του, το αγάπησα και θα το ξαναδιαβάσω.

ΔΕΊΤΕ εδώ ένα απόσπασμα

Χρήστος Οικονόμου

Πες της

Εκδόσεις Πόλις

Σελιδοδείκτης | Live streaming | Το στίγμα του κακού | Εχτές στο θέατρο Faust

Γράφει η Μαρίνα Καρτελιά.

Live streaming

Λέων Α. Ναρ

Ο χώρος, προϊδέαζε γι’αυτό που επρόκειτο να συμβεί επί σκηνής. Και το τελευταίο ποτό της βραδιάς μετά την παράσταση, ήταν ακριβώς αυτό. ΄Ενα Jameson Black Barell, ένα δυνατό ποτό, πολλαπλής και πολυετούς ωρίμανσης που βγαίνει από ένα μαύρο βαρέλι.

‘Οπως και η γραφή του Λέοντος Ναρ. Από το Δεν Σε ξέχασα Ποτέ, η σύλληψη και σκέψη και προπαντός η σύνδεση έχει προχωρήσει πολλά επίπεδα. Πολλές πίστες συγγραφικής ωρίμανσης και εμπειρίας. Αυτά που είναι πρώτες αναγνώσεις του κειμένου έχουν μυστικά νήματα που σε πάνε έξυπνα στα πιο κάτω, στα πιο βαθιά επίπεδα όσο σκέφτεσαι την παράσταση. Κυρίως ξεκάθαρα το επόμενο πρωί.

‘Ενα αυτοκινητιστικό ατύχημα γίνεται αιτία και αφορμή να ξεδιπλωθούν μπροστά μας ήδη αδιέξοδες ζωές, όπου αναγνωρίζουμε δικές μας πτυχές ή ολόκληρες ζωές όσο προχωράει το έργο.

«Είμαστε αντανάκλαση»

αναφέρεται, δε θα πω σε ποια στιγμή. Και είναι αλήθεια.

Το έργο αν δεν ήταν θεατρική παράσταση θα μπορούσε να είναι ένα μεστό, διόλου ξύλινο δοκίμιο πάνω στην κοινοτοπία του Κακού. Και στη μάχη του αενάως, ανά στιγμές κυριολεκτικά, με το Καλό. Το κακό και η λεπτή γραμμή που το χωρίζει από το καλό, είναι ο κύριος θεματικός κορμός. Αλλά όχι το μόνο θέμα. Βγαίνει όμως η αλήθεια του κειμένου με άμεσο, σκληρό τρόπο, όσο σκληρή είναι και η πραγματικότητα. Η καθημερινότητα. Απασχολεί στο έργο, το πόσο εύκολο είναι να περάσεις στην αντίπερα όχθη από το Καλό στο Κακό. Το πόσο γρήγορα μπορεί να συμβεί αυτό.

«Μέχρι μια ηλικία είμαστε αυτό που μας δίνει η Φύση. Μετά είμαστε αυτό που προσπαθούμε να γίνουμε.»

Απασχολεί το έργο η δισυπόστατη φύση του ανθρώπου, τα πρέπει και τα θέλω, ο καλός κι ο κακός εαυτός. Σκηνοθετούμε τη ζωή ή ζωή μας σκηνοθετεί; Αυτή η διττή κατάσταση, το συνεχές δίπολο, εφιαλτικό κάποιες φορές για την ισορροπία της ταυτότητας, υπηρετείται άριστα από τη σκηνοθετική απόδοση καθώς οι ηθοποιοί, δυο τον αριθμό, παίζουν και μπαινοβγαίνουν σε τέσσερις ρόλους. Πέμπτος υπέρτατος ρόλος ή χωρίς αριθμό, ο παππούς. Η συνείδηση. Με την παρουσία τη διαδικτυακή, που δικαιώνει τον τίτλο και στιγματίζει την εποχή – το στιγματίζει δεν το χρησιμοποιώ τυχαία, θα δείξω παρακάτω – με τη φωνή της Συνείδησης όπως την είδα, της Ρίζας, της κληρονομιάς, μιας ζωής αντίστασης και πάλης για το Καλό και τα Ιδανικά, γίνεται στην επόμενη γενιά, μια ζωή γεμάτη βία. ΄Οχι αυτός που δέχεται, αλλά αυτός που την ασκεί. Και ικανοποιείται.

Στα πρώτα επίπεδα του κειμένου βρίσκεται ο ρόλος των μέσων δικτύωσης και τεχνολογίας στη ζωή μας. Και πόσο αυτός συνδέεται με το Κακό. Πόσο το διευκολύνει, πώς το αναδεικνύει, αν ο αλγόριθμος και τα κλικ και οι σέλφις είναι ζωή ή παράσταση; Πόσο δύσκολο ή εύκολο το κάνουν τα μέσα, το να μπορείς να αντισταθείς, να μη συνηθίσεις την εικόνα του Κακού, να μην την προσπερνάς ως καθημερινότητα;

Πόσο, εντέλει, στο ρόλο του αφανούς γιού της οικογενειας, που βιώνει όλη τη ρίζα της αντίστασης, κι όλη την έκφραση του κακού, είναι εύκολο να εντοπίσεις τα στίγματα; Ηλεκτρονικά και μη; Πόσο, εντέλει αναρωτιέται μέσα απ΄το έργο ο συγγραφέας, είναι εφικτό, το παιδί να γλυτώσει; Να καταφέρει να αναγνωρίσει ανάμεσα στα μπερδευτικά στίγματα, το στίγμα του Κακού; Και να μην το αφήσει να το ρουφήξει;

Η πρόταση υπάρχει και είναι φωτεινή. Κι έχει να κάνει με τη μόνη ισχυρή άμυνα. Το ‘Oνειρο.

«Μπορείς να πάρεις από τα παιδιά το όνειρο; Αν πάρεις από τα παιδιά το όνειρο είναι σαν να παραδίδεις τον πλανήτη. Αμαχητί.»

Η μάχη αυτή δόθηκε χτες, στην πρεμιέρα, μπροστά μας. ΄Ολα ήταν ρόλος. Τα φώτα, η μουσική που έπαιζε πριν ακόμα αρχίσει η παράσταση, η σκηνοθετική ματιά με τον παππού, υπέροχο Ζουγανέλη απ ΄τη γιγαντοοθόνη σε ζωντανή σύνδεση, η διπολικότητα των ρόλων, τα απλά αλλά εμπνευσμένα σκηνικά, η κινησιολογία των χαρακτήρων, οι στοιχηματικές αλλά κερδισμένες ερμηνείες των ηθοποιών, που ενσάρκωναν τέσσερις χαρακτήρες, το Στέλιο τη Μελίνα τον Πωλ και τον Χέλμη.

Και το αφανές παιδί, ρόλος-κλείδί.

Κι ο συγγραφέας έγραψε γιατί θέλει να μας κάνει κοινωνούς:

‘Εχει αποφασίσει να το παλέψει.

Και μας έπεισε, με έπεισε να τον ακολουθήσουμε σε μια σκοτεινή πορεία προς στο φως. Το κατάλαβα, όταν μέσα στο σκότος της παράστασης προσπαθούσα να σημειώσω τις πύρινες λέξεις για να μη χαθούν. Χωρίς να βλέπω καν τι γράφω, πήρα μαζί μου την ουσία της παράστασης.

#WeRemember | Θυμόμαστε, δεν εκμεταλλευόμαστε | Ξανά στη Σαλονίκη | Λέων Α. Ναρ

Γράφει η Μαρίνα Καρτελιά.

ΛΕΩΝ Α. ΝΑΡ

ΞΑΝΑ ΣΤΗ ΣΑΛΟΝΙΚΗ

Το βιβλίο του Λέοντα Α. Ναρ, από τις εκδόσεις Πόλις, δεν είναι λογοτεχνικό, αλλά συμβάλλει σημαντικά.Για να πιάσουμε το νήμα. Κι αυτό γιατί κλείνει μέσα του τα άλλα που έχουν γραφτεί. Τ

Τιτλοφορείται «Ξανά στη Σαλονίκη (η μετέωρη επιστροφή των Ελλήνων Εβραίων στον γενέθλιο τόπο 1945-1946)» και ασχολείται με αυτό που λέει ο τίτλος και ο υπότιτλος : Την επιστροφή των Εβραίων στη γενέθλια πόλη τους και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν γυρίζοντας. Μέσα από ενδελεχή μελέτη, ως αντικείμενο της διδακτορικής έρευνας,στα ντοκουμέντα της εποχής από διάφορες πηγές, των οποίων αντίγραφα υπάρχουν μέσα στο βιβλίο, καταγράφεται η πραγματικότητά τους, η καθημερινότητά τους, όσων επέζησαν και γύρισαν στη Θεσσαλονίκη, προσπαθώντας να μαζέψουν τα κομμάτια μιας διαλυμένης ζωής και να συνεχίσουν, τιμώντας παράλληλα τα αγαπημένα τους πρόσωπα που θανατώθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Η καταγραφή αυτή είναι προσεκτική και λεπτομερής και γι΄αυτό ματώνει. Προσέχει με ευλάβεια και καταφέρνει με χειρουργική ακρίβεια και στοχοπροσήλωση να είναι αντικειμενική, να βλέπει τα πράγματα από απόσταση και να δώσει την τίμια εικόνα της κατάστασης όπως αποτυπώνεται στα έγγραφα και μαρτυρίες της εποχής. Ξεχώρισα ορισμένα σημεία και τα υπογράμμισα και αυτά σας παραθέτω, συστήνοντάς σας ανεπιφύλακτα την ανάγνωσή του.Εμένα μου ξεκλείδωσε πολλά, με ενημέρωσε για πράγματα που δεν ήξερα ότι έχουν συντελεστεί, μια και για τους Εβραίους και ειδικά της Σαλονίκης, για πολλά χρόνια μετά τον πόλεμο δε μιλούσε κανείς.

Στη σημερινή πραγματικότητα, όπου το τοπίο αλλάζει, αλλά παρουσιάζονται και κρούσματα βεβήλωσης του μνημείου με πρωτοφανή σκληρότητα, έχουμε χρέος να γνωρίζουμε και να θυμόμαστε. Το βιβλίο που έγραψε με πολλή φροντίδα ο Λέων Ναρ, βοηθάει ουσιαστικά προς αυτή την κατεύθυνση. Γιατί όπως σημειώνει στον επίλογο

«Η κοινωνία δεν έχει ακόμα συνειδητοποιήσει το μέγεθος και τη σημασία της λεηλασίας».

«Τα γεγονότα έδειχναν ότι η υπόμνηση της μνήμης μιας πληθυσμιακά συρρικνωμένης Κοινότητας, ενώ θα έπρεπε να αποτελεί καθήκον όχι μόνο των μελών και της ηγεσίας της, αλλά κεφάλαιο της εθνικής συλλογικής μνήμης, ήταν μηδαμινή».

«΄Ενα ακόμη θέμα το οποίο έθιγε το ίδιο υπόμνημα ήταν η κατάργηση του αντισημιτικού νόμου 205, ο οποίος εκδόθηκε κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής».

«Η ιστορική αυτογνωσία προϋποθέτει σίγουρα θαρραλέα οπτική.»

«Οι Ισραηλίτες ΄Ελληνες πολίτες, οι οποίοι είχαν υποστεί τον πρωτοφανή στα ιστορικά χρονικά διωγμό δεν κατέστη δυνατόν να αναλάβουν την περιουσία που τους ανήκε και την οποία στερήθηκαν κατ΄ακολουθία γερμανικών διαταγών και νόμων ελληνικών, οι οποίοι δεν έπρεπε να υφίστανται ακόμη».

«Στις 23 Μαρτίου 1946, το Δημοτικό Συμβούλιο αποφάσισε να επαναφέρει τα ισραηλιτικά ονόματα των οδών της πόλης και να δώσει σε δύο οδούς της πόλης τα ονόματα του συνταγματάρχη Φριζή και του ποιητή Γιοσέφ Ελιγιά».

«Η UNRA χορηγούσε μερικά φάρμακα και τα υπόλοιπα οι ασθενείς τα προμηθεύονταν από τα φαρμακεία Ασσέρ και Γαλλικόν».

«Σε διάστημα δεκατριών μηνών, ο αρχικός αριθμός των 7 φυματικών έφτασε τους 37 και από αυτούς οι 30 ήταν πρώην όμηροι, δηλαδή οι φυματικοί αυξάνονταν κατά δύο ανά μήνα. Η μεγάλη πλειοψηφία ήταν πρώην όμηροι και αυτό ήτα απόλυτα φυσικό για τους ανθρώπους που είχαν σωθεί από τα στρατόπεδα εξόντωσης και δεν ήταν δυνατόν να αντέξουν, εξαντλημένοι όπως ήταν, στις κακουχίες που αντιμετώπιζαν.»

«Ο Γυμναστικός Σύλλογος Μακαμπή την προπολεμική περίοδο είχε «σφυρηλατήσει στο γυμναστήριό του άνδρες με γερά σώματα και είχε προσφέρει στο αλβανικό έπος πενήντα ηρωικούς νεκρούς και ογδόντα περίπου τραυματίες. […] Είχε «πολλά μέλη που είχαν πάρει τον δρόμο της τιμής και του αγώνα στο αντάρτικο, στη Μέση Ανατολή, στο Ελ Αλαμέιν και στο Ρίμινι.»

«Αυτή ήταν η εικόνα της Κοινότητας το 1945. Μια Κοινότητας αμήχανης, μουδιασμένης, απόλυτα κλυδωνισμένης, μιας ομάδας ανθρώπων που προσπαθούσε να αναδυθεί από το απόλυτο μηδέν. Αναμετρώντας αποδεκατισμένη τις πληγές της, κατέβαλλε με δέος φιλότιμες και εξακολουθητικές προσπάθειες, […] πιέζοντας τους επίσημους φορείς να συντρέξουν το έργο της να αποκαταστήσει τις ανατιναγμένες και συλημένες Συναγωγές της, τα κατεστραμμένα σχολεία και τους γκρεμισμένους συνοικισμούς της.»

«Πολλοί από όσους γύρισαν από τα ναζιστικά στρατόπεδα είχαν την ευκαιρία να σταθούν στην επιστροφή τους σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Τους προσφέρονταν παντού δουλειά, σπίτι, με δεδομένη την κατανόηση της συμφοράς τους, ακόμα και υπηκοότητα, για να μείνουν. «Kανείς δεν έμεινε. ΄Ενας-δυο σποραδικά και πού, στην παμψηφία τους βιάζονται να πατήσουν μια ώρα αρχύτερα το χώμα της πατρίδας τους».

΄Εχουν περάσει χρόνια απ΄όταν ήρθε στα χέραι μου αυτό το βιβλίο, μα πάντα θα ανατρέχω, τουλάχιστον στη διάρκεια του μήνα Γενάρη, αλλά και άλλες φορές, όταν θα βρίσκομαι σε άλλα βιβλία, που μιλάνε για την συγκεκριμένη πληγή, για την ανάσα της πόλης που ακούγεται να βγαίνει απ΄τα ιερά μάρμαρα της μνήμης των Εβραίων που χάθηκαν και σήμερα βρίσκονται σκορπισμένα στις γωνιές της πόλης. Κάθε φορά που πάω στη Σαλονίκη, ακούω αυτές τις μυστικές φωνές που ζητούν αποκατάσταση, και θυμάμαι το μαύρο τοίχο με τα ονόματά τους στο Εβραϊκό Μουσείο, με στοιχειώνει αλλά και με πεισμώνει εξακολουθητικά η αναγραφόμενη εκεί φράση:

Η καταμέτρηση συνεχίζεται….

Ακούστε στο 0:33 τον ίδιο τον συγγραφέα να μιλάει για το βιβλίο του, ή παρακολουθήστε από κοντά το σχετικό με την Ημέρα Μνήμης σεμινάριο του Εβραϊκού Μουσείου Θεσσαλονίκης στις 25 Ιανουαρίου 2023 με θέμα «Η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης από το Μεσοπόλεμο στο Ολοκαύτωμα: Ιστορία, Λογοτεχνία και η διδακτική της αξιοποίηση στο οποίο συμμετέχει ο συγγραφέας Λεων Α. Ναρ και μιλά για το βιβλίο και το θέμα.

Ξανά στη Σαλονίκη,

Λέων Α. Ναρ,

Εκδόσεις Πόλις.

Ο Λέων Α. Ναρ γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1974. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία στο Α.Π.Θ. και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές Νεοελληνικής Φιλολογίας, Βιβλιολογίας και Διδακτικής της Λογοτεχνίας στο ίδιο Πανεπιστήμιο (2000), ενώ το 2007 αναγορεύτηκε Διδάκτωρ Νεοελληνικής Φιλολογίας. Τον Νοέμβριο του 2015 έγινε δεκτός ως μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και τον Δεκέμβριο του 2017 ολοκλήρωσε την μεταδιδακτορική του έρευνα.Το 2007 εξέδωσε (σε συνεργασία με τον Γιώργο Αναστασιάδη και τον Χρήστο Ράπτη) το βιβλίο Εγώ ο εγγονός ενός Έλληνα, η Θεσσαλονίκη του Νικολά Σαρκοζί[1], (Καστανιώτης) το οποίο μεταφράστηκε και στα γαλλικά. Το 2009 εκδόθηκε το δίτομο έργο του Ναρ με τίτλο Γιωσέφ Ελιγιά, Άπαντα[2] (Γαβριηλίδης), ενώ την ίδια χρονιά επιμελήθηκε το επετειακό λεύκωμα 25 χρόνια Ιανός[3]. Το 2011 κυκλοφόρησε το δίγλωσσο (σε ελληνική και αγγλική γλώσσα) βιβλίο του με τίτλο Το μέλλον του παρελθόντος, Θεσσαλονίκη 1912-2012[4] (Καπόν), (με φωτογραφίες του Γιώργη Γερόλυμπου), και η μελέτη Ισραηλίτες Βουλευτές στο Ελληνικό Κοινοβούλιο[5] που επιμελήθηκε το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων. Το 2014 κυκλοφόρησε το βιβλίο Το παιχνίδι της εξέδρας σχολιασμένα συνθήματα από τα ελληνικά γήπεδα[6] (Μεταίχμιο).Το 2017 κυκλοφόρησε (Ευρασία) το θεατρικό έργο του «Δεν σε ξέχασα ποτέ»[7] (μαζί με cd των σεφαραδίτικων τραγουδιών της ομώνυμης παράστασης) που ανέβηκε από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος το 2017[8]. Το 2018 κυκλοφόρησε το βιβλίο Ξανά στη Σαλονίκη. Η μετέωρη επιστροφή των Ελλήνων Εβραίων στον γενέθλιο τόπο (1945-46)[9][10] από τις εκδόσεις Πόλις. Κείμενά του, επίσης, έχουν δημοσιευτεί σε 8 συλλογικούς τόμους.

Στη συνέχεια, κυκλοφόρησαν δυο πονήματα σχετικά με τα σεφαραδίτικα τραγούδια της Θεσσαλονίκης, το «I REMEMBER, ΘΥΜΑΜΑΙ» τρίγλωσση έκδοση (ελληνικά, αγγλικά, ισπανοεβραϊκά) βιβλίου/CD που βασίζεται στο μουσικό αρχείο του Αλμπέρτου Ναρ, με επιμέλεια του Λέων Α.Ναρ, όπου επιζώντες του Ολοκαυτώματος τραγουδούν σεφαραδίτικα τραγούδια, (2020) και Τα τραγούδια μας. Aνθολογία σεφαραδίτικων τραγουδιών της Θεσσαλονίκης» ανθολόγηση του σχετικού προσωπικού αρχείου συλλογής σεφαραδίτικων παραδοσιακών τραγουδιών που συγκέντρωσε ο Αλμπέρος Ναρ (2021) και τα δυο από τις εκδόσεις Ιανός.

Το 2022 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη, το βιβλίο του για τον Θανάση Παπακωνσταντίνου «Να βρω ξανά του Νήματος την άκρη….», σχεδίασμα ποιητικής βιογραφίας του Θανάση Παπακωνσταντίνου, ενώ σε λίγες μέρες ανεβαίνει το καινούργιο του θεατρικό έργο «LIVE STREAMING» στο θέατρο Faust, σε σκηνοθεσία Αντώνη Καραγιάννη.

Σελιδοδείκτης | 120 Γραμμάρια | Βίκυ Τσελεπίδου | Τα έγγραφα θανάτου, εγχειρίδια ζωής.

Γράφει η Μαρίνα Καρτελιά

120 Γραμμάρια

Βίκυ Τσελεπίδου

Μερικές φορές, με μερικούς συγγραφείς, αδιόρατα, νιώθει ο αναγνώστης, πως ο δημιουργός γράφει γι’αυτούς. Ακόμα κι αν ο ίδιος ο συγγραφέας δεν το συνειδητοποιεί, αγγίζει πτυχές, ταυτίζει συνειδήσεις και σκάβει πληγές πανάρχαιες ή βαθιά κρυμμένες μέσω των ηρώων του, μέσω των πράξεών τους που όσο κι αν έχει κάνει αρχικά το πρόχειρο σκαρίφημά τους, τα χαρακτηριστικά τους και πώς θα κινηθούν στην πλοκή, εκείνοι κινούνται από κάποια στιγμή και μετά αυτοβούλως και κοινώς τον γράφουν. Γράφουν δηλαδή μέσω αυτού και ζουν με την πένα του τη ζωή για κάποιους άλλους που αργότερα θα διαβάζουν τα μαύρα στίγματα σ΄άσπρο χαρτί και θα δονούνται εντός τους χορδές και τύμπανα και δακρυγόνοι αδένες.

Τούτων λεχθέντων, επισυνέβη αυτό μια ακόμη φορά, στο καινούργιο της Βίκυς Τσελεπίδου που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Νεφέλη, τα 120 Γραμμάρια, τίτλος που εξηγείται με το δικό της νυστερικό αφήγημα, στο τέλος του βιβλίου. Ως τότε, μας παίρνει η γραφή της απ΄το χέρι, αυτή η γνώριμη γραφή που απλή και σφιχτή ξέρει να δημιουργεί ατμόσφαιρες, να πλάθει ήρωες, να διατρέχει ιστορίες που μοιάζουν να υπήρχαν εκεί από πάντα, περιμένοντας κάποιον με ισχυρή πένα να τις αναδείξει. Να βγάλει στο φως τον πυρήνα τους, και να σκιαγραφήσει την ύπαρξη ως το μεδούλι με χειρουργική, όσο κι ευλαβικά φροντιστική, ακρίβεια.

΄Ετσι γίνεται και δω, με τις ποικίλες ιστορίες που εκτυλίσσονται σ’ένα συμβολαιογραφείο, άλλες μικρές, άλλες μεγαλύτερες, άλλες με ζωντανούς πρωτοπρόσωπους μονολόγους κι άλλες με στεγνές, φαινομενικά τυπικές περιγραφές που όμως στάζουν ενσυναίσθηση και διαγράφουν τροχιές και ισορροπίες ζωής ή αντίθετα εκρήξεις καλοδιατηρημένων σεσηπότων σχέσεων που ξαφνικά ξεδιαλύνονται και φτάνουν στην κάθαρση ή στο τέλος, με αφορμή ή κίνητρο μια συμβολαιογραφική πράξη.

Το ηθικό, το δίκιο, οι οικογενειακές σχέσεις, ο θάνατος και η επικυριαρχία του φόβου που γεννά, η επαγγελματική ηθική, η γραφειοκρατική υποκρισία, βρίσκουν τρόπο να αναδειχθούν στις ιστορίες αυτές, μεθοδικά και κεντημένα με την τεχνική της Τσελεπίδου, αλλά οπωσδήποτε με αληθινό ξεδίπλωμα και πραγματικά υποδειγματική αποτύπωση της πραγματικότητας. Μιας πραγματικότητας που ανακαλύπτει ξανά και ξανά κανείς, όταν βρεθεί με τα δικά του οικογενειακά έγγραφα, τα γράμματα, τα συμβόλαια, τα νομικά έγγραφα, ντοκουμέντα μιας ζωής που για να καταδειχθεί το μεγαλείο της χρησιμοποιούνται εδώ, φλερτάροντας υπέροχα με τους κανόνες του μυθιστορήματος-ντοκουμέντου.

Με αριστουργηματική και πάλι καταβύθιση, η οργάνωση των ιστοριών και η παράθεσή τους με συγκεκριμένη σειρά, καταφέρνει να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, να τον τραβήξει μέσα στις ιστορίες του κάθε επισκέπτη του συμβολαιογραφείου και να κλιμακώσει το συναίσθημα προς το βιβλίο, οδηγώντας στην κορύφωσή του στην τελευταία ιστορία.

Η επιλογή μη θέσης τίτλων στις ιστορίες, αλλά αντίθετα η παράθεσή τους τη μία μετά την άλλη χωρίς κενά, δίνει εύστοχα την επιθυμητή εντύπωση της ολότητας, της μεγάλης και μίας ιστορίας, αυτής του ανθρώπου που βαδίζει στη ζωή όμοια όπως κυλά η ζωή μέσα στο συμβολαιογραφείο: Ανάμεσα σε συμβάσεις, τυπικότητες και διαδικασίες, να επιλέγει κάθε φορά τη ροπή προς το καλό ή αντίθετα το κακό, προς τη φθορά ή προς την ένωση, προς την κάθαρση ή την αδιαφορία, την τιμωρία ή την απόδοση τιμής, τη δικαιοσύνη ή την αδικία.

Κι έτσι φτάνοντας στην τελευταία ιστορία να κάνει τον απολογισμό για όσα έζησε, όσα έκανε καλά ή όσα λάθη διέπραξε, γιατί φτάνει ένας καιρός που είναι «η εποχή που πια είχαμε αρχίσει να απομυθοποιούμε τους θρύλους μας και να καταδικάζουμε κάθε λογής ψευδαίσθηση. Δεν είναι πια η εποχή «που εύκολα βαφτίζαμε ψευδαίσθηση ό,τι δεν χωρούσε στο σχήμα που δίναμε στις αλήθειες μας».

Η λυτρωτική γραφή που περιδιαβαίνει τις καταγραφές των ιστοριών της Τσελεπίδου σ΄αυτό το βιβλίο λειτουργεί «σαν μια γέφυρα ανάμεσα στο τι πραγματικά είχε κάποια αξία και τι κάλπικο μας πουλούσαν ως αληθινό». Η χρονική στιγμή που αυτό το βιβλίο γεννήθηκε και ο καρπός της ίδιας του της ιδέας μετουσιώθηκε σε λέξεις, δεν είναι επίσης τυχαία. ΄Ερχεται μετά από μια εποχή αδιανόητου εγκλεισμού του κόσμου και των ανθρώπων. Μια περίοδο που στοιχηματίσαμε στην στέρηση ή στην αλλαγή. Στη συνείδησή μου, συμπίπτει με μια χρυσή στιγμή ωριμότητας της συγγραφέα, μετά την «Αλεπού», το «Σκύλο» τη Φιλελλήνων και το Ελλενίτ, εκεί που μπορεί πράγματι να μιλήσει για τα γνώριμα της θέματα με έναν άλλο, εξίσου προσιτό και συνεπή προς την πορεία της τρόπο.

Η ιστορία της σελίδας 64 με τον πανηγυρτζή-διοργανωτή προεκλογικής εκδήλωσης θα μπορούσε να γίνει ένα καταπληκτικό μονόπρακτο-μονόλογος με όλα τα στοιχεία της κλιμάκωσης από το απόλυτο αστείο στο δράμα με σαφείς κοινωνικές αιχμές.

Η μοναδική συγκίνηση της ιστορίας της σελίδας 18 με την ντοπιολαλιά μ΄έκανε να δω μπροστά μου τον ήρωα-πατέρα να περιγράφει την απονιά.

Ο Ντίντο ο παραδείσιος παπαγάλος, με δάκρυσε καθώς αποτύπωσε μπροστά μου όλες τις εκφάνσεις της συζυγικής-συντροφικής σχέσης και της τοξικότητας που μπορεί να έχει η κατακτητική σχέση σε κάθε επίπεδο χειρισμού.

Η απλή παράθεση ντοκουμέντων λέει τις ιστορίες χωρίς τη χρεία άλλης διήγησης, ή περιγραφικών εργαλείων, όπως αυτή με τον ιδιοκτήτη της εταιρείας Αντωνίου.

Το σπαρακτικό χειρόγραφο γράμμα μιας γυναίκας μάνας, και το αφηγηματικό εργαλείο του γάλακτος, ως στοιχείου αγάπης, ενστάλαξης φροντίδας και προαιώνιου δεσίματος σε ανθρώπους και ζώα συγκλονίζει.

Ο γέροντας προπάππος που βγαίνει στο μπαλκόνι, αδρες γραμμές που πελεκούν ένα μικρό διαμάντι αφιερωμένο στην κληρονομιά και τις ρίζες, προσφιλές και συνταρακτικό θέμα της συγγραφέα.

Και τελική, αλλά όχι έσχατη, η πυρηνική Λαζαρίδου, γράφει την ιστορία της «για μένα» και δίνει ευθεία βολή στο συναίσθημα που, όπως προαναφέραμε, αφήνεται μετά την κλιμάκωση να εκφραστεί ελεύθερο, μέσα απ΄την αδιέξοδη επιβολή της ειμαρμένης, της συμφιλίωσης με τον έσω εαυτό και τις πληγές που ζητάνε εκδίκηση μα κλείνουν μόλις αεριστούν.

Για να δηλώσουν στους ανθρώπους

«΄Οτι ναι, υπάρχει Θεός και ζυγίζει δίκαια στον καθένα τις αλυσίδες του».

Η Βίκυ Τσελεπίδου διαπράττει μια πράξη ελευθερίας με το βιβλίο αυτό.

«Μια τέτοια μέρα» πήρε τους αναγνώστες απ’το χέρι. Τους σύστησε στους ήρωες που έχουν κάτι απ΄αυτούς και τους έκανε να σχετιστούν μεταξύ τους, να ταυτιστούν οι μεν με τους δε. «Δεν ήθελε να διακόψει με το στεγνό επαγγελματικό της ύφος αυτό το άνθισμα. Τους άφησε να λένε και να λένε και να γελάνε και να εννοούν αυτά που δε λέγονται και σταύρωσε αυτή τα χέρια κι ακούμπησε την πλάτη της στην πλάτη της καρέκλας και δεν έλεγε να δώσει τέλος στο έργο για το οποίο ουσιαστικά την είχαν καλέσει να καθίσει ανάμεσά τους στο μεγάλο εκείνο τραπέζι».

120 Γραμμάρια

Βίκυ Τσελεπίδου

Εκδόσεις Νεφέλη

#weremember | Προς την Ημέρα Μνήμης Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος | Θυμόμαστε, δεν εκμεταλλευόμαστε | Η πιο πολύτιμη πραμάτεια

Γράφει η Μαρίνα Καρτελιά

Προς την Ημέρα Μνήμης Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος

Προτάσεις του Σελιδοδείκτη:

Ενα ουμανιστικό παραμύθι που βγάζει τη γλώσσα στους αρνητές του Ολοκαυτώματος:

[ ΄Οταν μου το σύστησαν, το διάβασα σε μια μέρα. Νομίζω σε κάθε σπίτι, κάθε παιδί και κάθε μεγάλος, πρέπει να το έχει και να το ρουφήξει όπως εγώ.΄Αν είναι να ξεκινήσεις από κάπου, ξεκίνα από δω ]

΄Η πιο πολύτιμη πραμάτεια

Jean-Claude Grumberg

«Μια φορά κι έναν καιρό, σ΄ένα μεγάλο δάσος ζούσε ένας φτωχός ξυλοκόπος με τη φτωχιά γυναίκα του. ΄Οχι όχι όχι όχι όχι, μην ανησυχείτε, δεν πρόκειται καθόλου για τον Κοντορεβυθούλη! ΄Οπως εσείς, έτσι κι εγώ απεχθάνομαι αυτή τη γελοία ιστορία. Πού ακούστηκε οι γονείς να παρατάνε τα παιδιά τους, επειδή δεν έχουν να τα θρέψουν; ΄Ελεος… Μέσα σ΄αυτό το μεγάλο δάσος λοιπόν επικρατούσε μεγάλη πείνα και πολύ κρύο. Ιδίως τον χειμώνα. Το καλοκαίρι μια τρομερή ζέστη έπεφτε σ΄αυτό το δάσος κι έδιωχνε το πολύ κρύο. Η πείνα απεναντίας ήταν σταθερή, προπάντων τα χρόνια που γύρω από αυτό το δάσος, μαινόταν ο παγκόσμιος πόλεμος. Ο παγκόσμιος πόλεμος, ναι ναι ναι ναι ναι.»

«N΄αντέξουμε, ν΄αντέξουμε, ν΄αντέξουμε, αυτό το πράγμα, δεν μπορεί, κάποτε θα τελειώσει». «Φοβισμένος αλλά ταυτόχρονα περήφανος και ανακουφισμένος, περήφανος που τους φώναξε στα μούτρα, που λευτερώθηκε, που μια ολόκληρη ζωή μέσα στη σιωπή και την υποταγή είχε τελειώσει».

«Κι έτσι η Ντίνα, η αποκαλούμενη Ντιάν σύμφωνα με τα προσωρινά χαρτιά της και το ολοκαίνουργιο οικογενειακό της βιβλιάριο, μαζί με το παιδί της, τον Ανρί, δίδυμο αδελφό της Ρόζας, απαλλάχτηκαν από τη δύναμη της βαρύτητας κι έφθασαν στον παράδεισο, στην κατοικία των ψυχών που έχουν υποσχεθεί για τους αθώους».

«Δεν μπορεί κανείς να κερδίσει τίποτα σ΄αυτή τη ζωή αν δεν δεχθεί να χάσει κάτι τις, ακόμη κι αν αυτό είναι η ζωή ενός αγαπημένου ανθρώπου ή η δική του».

Η πιο πολύτιμη πραμάτεια

Jean Claude Grumberg

Εκδόσεις Πόλις

Σελιδοδείκτης | Γκουανό | Γιώργος Γκόζης

Γράφει η Μαρίνα Καρτελιά

Γκουανό

Γιώργος Γκόζης

Καταπιάνομαι να γράψω γρήγορα για το βιβλίο αυτό, μη μου ξεφύγει τίποτε. Μη μου ξεφύγει αυτή η αύρα του η ταξιδιάρικη, στη διαδρομή όμως ενός αίματος αδικοχυμένου.

Η νουβέλα αυτή που ήρθε στα χέρια μου χωρίς να την επιδιώξω, τίποτε δε χρωστά στη συγκίνηση της προηγούμενης παρουσίασης. Είναι αυτόφωτη, με φως ολόδικό της, ατμόσφαιρα περιηγητική και καλοπλεγμένες ιστορίες που απλώνουν τα πλοκάμια της.

Ο ξεριζωμός, η προσφυγιά και η γλώσσα της. Αυτό θα έβαζα ως υπότιτλο, όταν όμως είναι διηγημένη από κάποιον που καλά κρατεί τα εργαλεία τους. Είτε από βίωμα που φαίνεται γιατί σκάει αύτανδρο πίσω απ΄τις γραμμές, είτε από ικανότητα χειρισμού των λέξεων, τη γλωσσοπλαστική και την κληρονομική εκείνη ιδιότητα που η γλώσσα ηδονικά παρέχει στο Γιώργο Γκόζη, αποτέλεσμα μελέτης και ενασχόλησης που ενώ φαίνεται αβίαστο, καταλαβαίνουμε ότι εμπεριέχεται στο χειρισμό της. «Μόνο αν σου αρέσουν όμως. ΄Οχι αν σου χρειάζονται».

Γιατί πώς αλλιώς να δένουν έτσι ηδονικά οι ντοπιολαλιές, τα ιδιώματα τα τοπικά, η μορφωτική επίδραση στη χρήση των λέξεων και στην καταγραφή των αναμνήσεων, έτσι που, όποια και αν είναι η φωνή απ΄τις πολλές των αφηγητών της νουβέλας, να μας παίρνει μαζί της εξίσου; Να μας χώνει στις ιστορίες, όχι ως αναγνώστες απλά, αλλά ως πολεμικούς ανταποκριτές, παρατηρητές καταγραφής μνήμης, λογοτεχνικούς ληξίαρχους. «Ταξιδεύει η μνήμη μέσα από το κρασί σαν το αίμα μέσα στη φλέβα.»

Η διαδρομή του αίματος έχει επίσης θεματογραφική ταυτότητα. Η περιγραφή έχει θέση. Επιλέγει τις ιστορικές στιγμές με συναίσθημα, τις καταγράφει ιστορικά αλλά τις ντύνει με το αποτύπωμά της στον άνθρωπο. Στον κάτοικο. Στον πρόσφυγα. Στο παιδί, στον ενήλικα. Ντύνει το αίμα με μυρωδιές, αρώματα, οι αναμνήσεις έχουν χρώματα, είναι καρφιά που πονάνε, έχουν αποδοχή, αλλά όχι συμβιβασμό.

Το πολυκομποστοποιημένο γκουανό, είναι αποτέλεσμα ενδελεχούς ενασχόλησης και φροντίδας. Η ηδονική διαδρομή μέσα στις λέξεις έχει σεβασμό απέραντο για το κορμί της. Για την γενετική καταβολή και εξέλιξή τους στους αιώνες και στις χώρες. Τα ορφανεμένα συναισθήματα είναι δυνατά, κι οι ορφανεμένοι άνθρωποι είναι λεβέντικες οντότητες, αν και ιστορικά θύματα.

Η κοινοτοπία του κακού νικά; Μα όχι, γιατί η μνήμη ουσίας, η κληρονομιά των νυχτερίδων επιστρέφει δυνατή και κυριαρχεί στις κακουχίες. Συνταγογραφήθηκαν χαρτομάντηλα, αρχικώς γερμανικής φίρμας, για την αντιμετώπιση της ανάγνωσης αυτής. Αλλά δεν κρίθηκαν απαραίτητα τελικώς.

Τα δάκρυα, υπερήφανα, πότισαν, λέξεις, γραμμές, σελίδες, υφάσματα επιπλώσεων, ρούχα. ΄Εγιναν το πιο θρεπτικό γκουανό σε μια «πυρίκαυστο διαδρομή» υπηρετημένη μέχρι τέλους στο όνομα της αλήθειας. Στο όνομα της Αγάπης με την αγιολογική έννοια που ο συγγραφέας ξέρει να μεταδίδει με τη γραφή του. Να ενσταλάζει μέσα σ΄αυτήν. Από το Γκουανό, ως τη Θραύση Κρυστάλλων κι από κει στο Ζαφείρη, μη φοβάσαι, Πάρε μια βέσπα. Με πίστη στο Μητερικό της Θράκης, ασφαλώς.

Ψάχνεις, λέει, για σπάνιες λέξεις και φράσεις στις συνταγές των φαρμακοποιών: Η κατάποσις του βλωμού. Το ρινικόν εκνέφωμα.Η απρόχρεμψις. Ο κνησμός. Η γέλη. Μα σε καταλαβαίνω κι ας μην ξέρω γράμματα. Θέλεις να κατέχεις τις λέξεις. Να τις λύνεις και να τις δένεις. Να τις κάνεις κομμάτια και να τις συναρμολογείς ξανά, αλλά με άλλο τρόπο. Να τους δίνεις νέο νόημα. Να τις κρατάς εσύ από το χαλινάρι, όπως οι άντρες του τόπου μας το άλογο από τα γκέμια. Να ξέρεις πώς γράφεται ολογράφως το κάθε γράμμα της αλφαβήτας. Να γνωρίζεις τη σημασία του κάθε σημείου στίξης, της κάθε συλλαβής. Και να είναι αυτή η ελευθερία σου: Να ορίζεις εσύ τον κάθε τόνο, το κάθε παράταιρο σχήμα λόγου.

{Ο Ζαφείρης με τη βέσπα του είχε ήδη υπάρξει Γκουανό.}

Γκουανό

Γιώργος Γκόζης

Εκδόσεις Πόλις

Σελιδοδείκτης | Εκτός σχεδίου πόλεως | Εύα Αραμπατζή

Γράφει η Μαρίνα Καρτελιά

Εκτός σχεδίου πόλεως

Εύα Αραμπατζή

«΄Ηταν μια συννεφιασμένη μέρα του Οκτωβρίου όταν η Ιταλία χτύπησε την πόρτα της Ελλάδας».

΄Ετσι απλά, όπως αρχίζει μαι παιδική έκθεση, με την παρατηρητικότητα και την αφέλεια της παιδικής ματιάς σκιαγραφεί τον κόσμο ενός μικρού κοριτσιού η Εύα Αραμπατζή σ΄αυτή την ευφυή νουβέλα που εκτυλίσσεται σε μια περιφερειακή μεγάλη πόλη και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Τύρφη.

Με χιούμορ πηγαίο, όσο και μαύρο μερικές φορές, με λέξεις και φράσεις απλές που σε βρίσκουν όμως καταάστηθα στο συναίσθημα χωρίς να το επιδιώκουν, ο καμβάς του κόσμου της στήνεται στη γειτονιά που μεγαλώνει σε ένα οικογενιακό πλαίσιο από φίλους εικόνες και έθιμα που κερδίζουν τον αναγνώστη, είτε γιατί πολλά του είναι οικεία, είτε γιατί του περιγράφουν έναν κόσμο που δεν έχει ζήσει και τον φέρνουν σ΄επαφή.

Και τα δυο να ισχύουν, γίνονται με τρόπο άμεσο όσο και γοητευτικό. Η φωνή της μικρής υψώνεται καθαρή και σταθερή. Χωρίς περιστροφές και με θάρρος ανυψώνει την αλήθεια της, την κριτική της για τον κόσμο και τους ανθρώπους, με ματιά σοβαρού ρεπόρτερ και αναλύει την πραγματικότητά της δίνοντας εξαιρετική σημασία στις λεπτομέριες: Λέξεων, αντικειμένων, αρωμάτων της παιδικής ηλικίας, εθίμων με συμβατικότητα που πνίγει και την σπρώχνει να αναζητήσει τη χαρά.

Για την μαύρη πλευρά του κόσμου η μικρή ηρωίδα δεν τρέφει καμιά αυταπάτη. Με τον αυθορμητισμό της και τον ηθικό της κώδικα που προέρχεται από το μεγάλωμά της, δεν τρέφει αμφιβολίες που στέκεται το καλό και το κακό και τα αντιμετωπίζει στο διάβα της ζωής με σύνεση. Το ίδιο πράτει και καταδεικνύει και η συγγραφέας με την εύστοχη πένα της.

Θα θυμηθείτε πολλά όμορφα, θα ταυτιστείτε σε στιγμές και θα θαυμάσετε την ικανότητα που διαχωρίζει: Αυτή που καλλιεργεί ο άνθρωπος ώστε να βρίσκει λευκότητα και στην πιο μαύρη στιγμή του.

Η Εύα Αραμπατζή το υφαίνει αυτό για μας.

Εκτός Σχεδίου Πόλεως

Εύα Αραμπατζή

Εκδόσεις Τύρφη

Σελιδοδείκτης | Ο νυχτερινός δρόμος | Laird Hunt

Γράφει η Μαρίνα Καρτελιά

Ο νυχτερινός δρόμος

Laird Hunt

Αφοπλιστική πένα, σαν τα καλά ξυμένα μολύβια όπλα της αρχής, η γραφή του Χαντ εξηγεί σε τρεις αράδες και μπαίνει στο ψητό απ΄την αρχή χωρίς να μασά τα λόγια με τι θα καταπιαστεί. Πατριαρχία, επαγγελματικός εκφοβισμός, χειρισμός ανθρώπου από άνθρωπο, ρατσισμός και φυλετική βία, με μερικές λέξεις μπαίνουν στο κάδρο όλα, με αφοπλιστική αμεσότητα.

Και με το λεκτικό και την ωμή γλώσσα που νιώθω πως όντως θα μιλούσε ένας έγχρωμος για την πραγματικότητά του. Είναι σχεδόν σαν ραπ στίχοι, είτε πρόκειται για τη δεκαετία του 30 όπου εκτυλίσσεται η ιστορία, είτε για το 2022.

Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η προσέγγιση επομένως, ρουφιέται άνετα από την πρώτη αράδα.

Τρομερή οργουελική αποτύπωση πριν τη Φάρμα των Ζώων, αν και η σκέψη της ηρωίδας προηγείται χρονολογικά του διάσημου μυθιστορήματος η σκηνή με το γουρούνι και η απεύθυνση σε προσωπικό τόνο:

«Θες κάτι να μου πεις, ε; Θες να μου πεις πράγματα γι΄αυτόν τον κόσμο ή τον δικό σου. Για τον κόσμο τον μακρινό. ΄Εχεις πράγματα να πεις για μένα, το βλέπω. ΄Ασχημα πράγματα. Να μου τα ψιθυρίσεις και μετά να μου φας τ΄αυτί. Να μου κόψεις στα δυο το κεφάλι. Να ξαπλωθείς πάνω μου και να βουλιάξεις στον κτηνώδη ύπνο σου.

Ποιο είναι άραγε, στ΄αλήθεια, το γουρούνι;

Διαβάστε το οπωσδήποτε.

Ο Νυχτερινος Δρόμος

Laird Hunt

Εκδόσεις Πόλις

Σελιδοδείκτης | Αυτές | Ευγενία Μπογιάνου | Εκδόσεις Πόλις

Γράφει η Μαρίνα Καρτελιά.

Ευγενία Μπογιάνου

Αυτές

Οι Αυτές της Ευγενίας Μπογιάνου, που κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Πόλις, είναι εικοσιτέσσερις ηρωίδες, όσες και τα γράμματα του αλφαβήτου που μας συστήνονται μόνο με το αρχικό τους, μια και όπως λέει η συγγραφέας, δεν έχει σημασία πώς λέγονται, θα μπορούσαν να είναι κάθε γυναίκα, όλες μας μαζί, ή οι καταστάσεις που αντιμετωπίζουν. Γιατί πράγματι, το πλαίσιο της κάθε ιστορίας είναι βέβαιο ότι κάπου το έχουμε συναντήσει, ή βιώσει κι εμείς, με ή χωρίς τη χρονολογική σειρά που επίσης τηρείται στην παράθεση των ιστοριών, από την παιδική ηλικία ως τα γηρατειά και το τέλος της ζωής, το θάνατο.

Είναι όλες θελκτικές, γιατί οι ιστορίες όπως είπαμε, είναι κοινές, καθημερινές, περιγράφουν γεγονότα που μας έχουν ή θα μπορούσαν να μας έχουν συμβεί. ΄Η έχουν συμβει σε ανθρώπους που γνωρίζουμε. ΄Ετσι, καταφέρνουμε όπως και νάχει να συνδεθούμε από την πρώτη κιόλας ώρα με τις ηρωίδες, με τις διαδρομές τους, με τα ζητούμενα τους.

Οι ηρωίδες της Ευγενίας Μπογιάνου, με τη δωρική γραφή της και την πλοκή που περίτεχνα στήνει, μας παρουσιάζονται με αδρά χρώματα και χαρακτηριστικά. Αλλά παρότι η περιγραφή είναι συμπτυγμένη, είναι μεστή. Οι λέξεις της συγγραφέα, άμεσες και κατανοητές. Τίποτε δεν είναι βαθυστόχαστο ή δυσνόητο εδώ. Παρόλη την απλότητα όμως, ή καλύτερα ακριβώς χάρη σ΄αυτήν, η αμεσότητα των νοημάτων είναι καταιγιστική και μας φτάνει κατευθείαν.

Οι ηρωίδες εδώ, ή καλύτερα οι χαρακτήρες που είναι θαυμαστό πώς σκιαγραφούνται σε τόσο μικρή φόρμα, με τόσο λίγες λέξεις, ανοίγουν την αυλαία της παρουσίας τους χάρη σε μια κατάσταση, ένα γεγονός, ένα συμβάν που λαμβάνει χώρα. Μαθαίνουμε γι΄αυτές και την κοσμοθεωρία τους, τα θέλω τους, τα αιτήματα, τους πόθους, σε ελάχιστο χρόνο. Είναι γυναίκες που θέλουν να αυτοπροσδιοριστούν κι ας είναι κι η πρώτη τους φορά. Που ξέρουν τι θέλουν και τι ονειρεύονται, ανεξάρτητα από το πόσο μακριά βρίσκονται απ΄την κατάκτηση των στόχων ή των προσδοκιών τους. Ποτέ όμως δεν μένουν τελικά αδρανείς. ΄Ενα σπίρτο έμπνευσης της συγγραφέα, ένα προωθητικό υλικό απογείωσης της πλοκής και προσπέλασης της πραγματικότητας στα ορια του φαντασιακού ή φανταστικού αν θέλετε, – η συγγραφέας δεν «εγκλωβίζεται» σε όρια, όρους και ορολογίες – αρκεί για να δώσει τη λύση, την κάθαρση, ή έστω την ηρωική έξοδο. ΄Η είσοδο. Πάλι όπως θέλετε πείτε το, ή πάρτε το.

Τα γραπτά αποπνέουν συνελόντι ειπείν μια ελευθερία πνεύματος που διατρέχει τις ιστορίες και τις ηρωίδες. Δεν υπακούουν σε εξωτερικούς κανόνες, δεν υπομένουν μοιρολατρικά δεν συμβιβάζονται με φόρμες ή νόρμες. Η δωρικότητα των κειμένων συνυπάρχει με την ποιητικότητα, τα πεζά σε σημεία είναι ολοκληρωμένα ποιήματα. ΄Οχι όμως με μια λυρικότητα αφελή, ή ένα ντεμέκ μελό εκβίασης συναισθημάτων. Είναι νέτη, καθαρή ποιητικότητα και θυμίζει φρέσκια ποιητική φλανεριά που συναντάμε στις μέρες μας σε συλλογές.

Τα συναισθήματα… Α, τα συναισθήματα! Και οι έννοιες. Κυρίως θηλυκού γένους, είναι παντοδύναμες. Γίνονται χαρακτήρες των ιστοριών και κατευθύνουν, στοιχειώνουν ή δαμάζουν τις ηρωίδες. Καθορίζουν την εξέλιξη της διαδρομής τους. Συγκρούονται μεταξύ τους με άλλες έννοιες και συναισθήματα, και μάχονται για την τελική επικράτηση της μιας, πάνω στην ηρωίδα. Γίνονται ρυθμιστές και προσωποιούνται αριστοτεχνικά από την συγγραφέα Ευγενία Μπογιάνου για να δώσουν την κάθαρση. Για να κεντρίσουν τις ηρωίδες να μετακινηθούν, να σκεφτούν, να αλλάξουν πορεία. Είναι θαυμάσιο το πώς το πετυχαίνει η συγγραφέας, κι αυτό σας αφήνω να το διαπιστώσετε με τα δικά σας μάτια.

Τα δικά μου δάκρυσαν αρκετές φορές, ξεχώρισα τρεις ή τέσσερις ηρωίδες, αυτές που συνάντησα στη Φωνή από Πέτρες, στο εξαίσιο Δημιούργημα Αλμύρας που έχω αποτυπώσει ήδη ηχητικά, και βέβαια η ιστορία της Θ. και της Ω. διαμάντια πελεκημένα του πυρήνα μου βαθιά που τα φυλώ με ευγνωμοσύνη. Αυτήν που έχουμε όταν νιώθουμε ότι η συγγραφέας μίλησε για μας. ΄Η ως εκπρόσωπός μας.

΄Οσο διάβαζα τα διηγήματα τα έβλεπα να ζωντανεύουν μπροστά μου με όλα τα χρώματα, τους ήχους τις μουσικές και τις λεπτομέρειές τους. Και σκέφτηκα, τι όμορφο θα ήταν να γυρίζονταν ως μικρές τηλεταινίες, ακίδες πειράγματος της καθημερινότητας, κεντρίσματα της λείας επιφάνειας της ζωής μας, μικρά ποιήματα ως είναι, με σύντομη αρχή, μέση και τέλος. Περιεκτικά, χυμώδη και στιγμιαία.

΄Οπως η καλή λογοτεχνία.

΄Οπως τα απόσταγματα ευτυχίας.

΄Οπως αυτή που θέλαμε ζωή.

Αυτές

Ευγενία Μπογιάνου

Εκδόσεις Πόλις

Η συλλογή διηγημάτων Αυτές της Ευγενίας Μπογιάνου που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πόλις, θα παρουσιαστεί την 1η Νοεμβρίου στο βιβλιοπωλείο Επί Λέξει. Λεπτομέρειες εδώ:

Σελιδοδείκτης | Το Εξιλαστήριο Θαύμα | ΄Ελενα Μαρούτσου | Ειλικρίνεια Υψηλής Πιστότητας

Της Μαρίνας Καρτελιά.

Το Εξιλαστήριο Θαύμα

΄Ελενα Μαρούτσου

Αυτό το καλοκαίρι σημαδεύτηκε εν πολλοίς απ΄αυτή την αναγνωστική εμπειρία. Το Εξιλαστήριο Θαύμα, το καινούργιο, μέχρι στιγμής, μυθιστόρημα της ΄Ελενας Μαρούτσου , που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κίχλη, το ταξίδεψα πολλάκις και μέσα σε πολλές βαλίτσες. Πήρε την αρμύρα της θάλασσας και τη δροσιά των βουνών, βράχηκε στα νερά ποταμών. Με σημάδευσε σε πολλαπλά επίπεδα ως αναγνώστρια, ως γράφουσα οντότητα, ως γυναίκα, ως άνθρωπο, ως μέλος της κοινωνίας, ως Ελληνίδα. Περίπου τόσα είναι τα εδραζόμενα πέπλα που υφαίνει η συγγραφέας με την ιστορική γραμμή της πλοκής, απλωμένη και συνδέοντας ταξίδια και βαλίτσες.

Η ιστορία είναι κατά βάση η επίδραση της αναδοχής ενός παιδιού από άλλη χώρα στις ισορροπίες μιας ελληνικής αστικής οικογένειας. Κρίκοι, ισορροπίες, μέλη και συναισθήματα αναστατώνονται, αναδιαμορφώνονται, ανασκαλεύονται πληγές και άλλες κλείνουν άλλες αποκαλύπτονται ακόμα πιο χαίνουσες με μοχλό την αναδοχή αυτή. Οι ανθρώπινες σχέσεις, ο εγκλεισμός, η απομόνωση, η εξιλέωση, η γενετική μεταφορά ενός τραύματος και η οικειοθελής ή μη συντήρησή του.

Η έννοια του ξένου, του πρόσφυγα, του αποσυνάγωγου, σε όλες τις ιστορικές και συγκυριακές κοινωνικές αποτυπώσεις του. Ο Εβραίος, ο μουσουλμάνος, ο Χριστιανός, ο κυνηγημένος και καλά – ή κακά – δεχούμενος και η εικόνα του καταπρόσωπα στο δέρμα της κοινωνίας. Το καταφύγιο, η συναγωγή, συν-αγωγή ως αλληλεγγύη, η φωλιά, η οικογενειακή εστία, η αγκαλιά, δοσμένη από τις προσωπικές ιστορίες καταγωγής και κατάληξης σε κυψέλες ανθρώπων, των ηρώων της ιστορίας. Γιατί όλοι οι ήρωες τρόπον τινά, προσπαθούν ή ονειρεύονται να προσφύγουν. Να ενσωματωθούν. Να υπάρξουν ή για να υπάρξουν.

Και πάνω και πέρα απ΄όλα, το νήμα της ιστορίας συνθέτει το σπάσιμο των οικογενειακών μύθων, η τόλμη της διεκδίκησης της ανθρώπινης ταυτότητας, η σημασία της ρίζας και του ριζώματος, η ερωτική σύμπλευση ανεξαρτήτως φύλου. Στον αντίποδα, ο καθωσπρεπισμός, η παγίδευση και ο εγκλωβισμός του εαυτού, και τελικά, ο υφέρπων ρατσισμός που αργά αλλά σταθερά παραμένει και στην κρίσιμη στιγμή σκάει στην επιφάνεια των πραγμάτων και των καταστάσεων και καθορίζει τις κινήσεις των ηρώων.

Καταλύτης της διασάλευσης των ισορροπιών και του επανακαθορισμού των πάντων, κατά πάντων, η τα πάντα φέρουσα Αγάπη, όπου ανθίζει, σε όλες τις μορφές. Φιλική, οικογενειακή, αδελφική και ερωτική.

Οι άκρως διεισδυτικές νηματικές αναφορές στη Λέρο, με το δυαδικό χαρακτήρα της εξορίας και του ψυχικού νοσήματος, – δυαδικοί πόλοι εγκλεισμού – , απαντούν και απαντώνται στη δυαδικότητα, εδώ όπως και σε όλα τα μυθιστορήματα της ΄Ελενας Μαρούτσου, από το Δυο και πέρα τουλάχιστον. Ο έρωτας και το μίσος, το γιν και το γιαν, ο ρατσισμός και ο αντιρατσισμός, η εκδίκηση και η εξιλέωση.

Στέκομαι ν΄αναλύσω λίγο τον τίτλο που επέλεξα, τελειώνοντας χτες το βράδυ σ΄ένα ΚΤΕΛ γεμάτο ανθρώπους και βαλίτσες. Η ειλικρίνεια των ηρώων, και στο πλάσιμό τους και την πορεία τους, η ειλικρίνεια της συγγραφέα, είναι καταλυτική και παροιμιώδης, ειδικά σ΄αυτό της το βιβλίο. Είναι όπως γράφω μια ειλικρίνεια υψηλής πιστότητας, μια και η αληθοφάνεια – όπως είναι ο όρος που χρησιμοποείται σε παρόμοια κείμενα – των ηρώων δεν είναι μόνο πιστή στην αρχή αυτή της λογοτεχνίας, αλλά αποβαίνει και καταιγιστική για τις εξελίξεις. Ο Νίκος, η Ραχήλ, η Φαίδρα, η Σκεύη και οι άλλοι, είναι ήρωες αληθινοί, πραγματικοί, τους συναντούμε στην πραγματική ζωή και αντιδρούν σύμφωνα με πραγματικές ιδιοσυγκρασίες. Γι΄αυτό και η κατάληξη και κατάλυση του Εξιλαστήριου Θαύματος είναι ειλικρινής και έρχεται ως φυσική συνέπεια των αντιδράσεων των χαρακτήρων πάνω στις καταστάσεις κάθε περιόδου του μυθιστορήματος.

Το γνωστό αγαπημένο παιχνίδι της συγγραφέα, οι ήρωες που μιλάνε για κείνη υποδορίως ή αντί για κείνη, οι αλήθειες που κρατάνε για μεγάλες στιγμές, κεντημένες πάνω στην πλοκή και στη γραφή που ακροπατά ανάμεσα στην πραγματικότητα και στο φαντασιακό, στη λυρικότητα και στο ρεαλισμό, παίζεται κι εδώ, αριστοτεχνικά. Και η συνομιλία με τους Θηριόμορφους, σε μια στιγμή-ανάσα, δεν μας εκπλήσσει, γιατί η ΄Ελενα Μαρούτσου άριστα γνωρίζει να πλέκει τη λογοτεχνία στα σπλάχνα της ζωής και τούμπαλιν.

Θα μπορούσα να εντάξω εδώ μια παράγραφο για την τριτοπρόσωπη, την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, το ντοκουμέντο και το ημερολόγιο. ΄Ολα είναι γνωστά στοιχεία των βιβλίων και κλειδιά που χρησιμοποιεί η συγγραφέας και σε προηγούμενα μυθιστορήματα. Είναι διάχυτες οι μουσικές υποκρούσεις, τα βιβλία, η ποίηση, το θέατρο και η φωτογραφία και πάλι, κι ας μην υπάρχει ούτε μια σε φυσική μορφή εδώ. Η συγγραφέας λατρεύει να τα χρησμοποιεί και το κάνει τέλεια, εντάσσοντας τα στην πλοκή, ακόμα και σε δίγλωσση αποτύπωση με δική της μετάφραση.

Το Εξιλαστήριο Θαύμα, , εν κατακλείδι στο βιβλίο αυτό και στη ζωή, – για να αναλύσουμε και λίγο τον τίτλο του – προσπαθούν να ανακαλύψουν οι ήρωες της συγγραφέα. Η λέξη Θαύμα, έχει μέσα της τη λέξη Θύμα, και ο Θύτης και η σύνδεση του θύματος μαζί του, δηλαδή με το θύτη, αγαπημένο επίσης θέμα της ΄Ελενας Μαρούτσου, ταξιδεύει με μια βαλίτσα τη φορά, – ή ενίοτε συνταυτίζεται μέσα στον ίδιο άνθρωπο, θύτης και θύμα, παγιδευμένη δυαδικότητα που ψάχνει να βρει διέξοδο, επουλώνοντας το τραύμα και γινόμενη ολοκληρωμένη μονάδα -. ΄Ομως εντέλει, το Εξιλαστήριο Θαύμα, αποδεικνύεται πως είναι όχι ένα γεγονός, μα ένας άνθρωπος, και το μερίδιο των υπολοίπων ηρώων, και εμάς των ανθρώπων, στο Θαύμα αυτό, εξαρτάται από το βαθμό καταβύθισής μας ή απομάκρυνσής μας στην Εξιλέωση. Καλύτερα, στον Εξιλασμό.

΄Ετσι, η κάθαρση του τέλους, δεν έρχεται για όλους, στη Λογοτεχνία ίδια όπως και στη Ζωή. Για μένα, αυτό το βιβλίο, έγινε ζωή στην πρώτη παρουσίασή του. Αξιώθηκα την εξιλέωση που είναι έξω από αναγνωστικές εμπειρίες, αφορά τη συνάφεια των ανθρώπων, και το πόσο η συνένωσή τους σε κοινό τόπο, θα τους κάνει καλύτερους.

Αλλά αυτό, μένει να βιωθεί για τους άλλους ανθρώπους, για σας, και στα δυο επίπεδα. Λογοτεχνία και Ζωή.

Και η αποσκευή του τέλους [να] είναι όλη η ουσία.

Το Εξιλαστήριο Θαύμα

΄Ελενα Μαρούτσου

Εκδόσεις Κίχλη