Σελιδοδείκτης | Live streaming | Το στίγμα του κακού | Εχτές στο θέατρο Faust

Γράφει η Μαρίνα Καρτελιά.

Live streaming

Λέων Α. Ναρ

Ο χώρος, προϊδέαζε γι’αυτό που επρόκειτο να συμβεί επί σκηνής. Και το τελευταίο ποτό της βραδιάς μετά την παράσταση, ήταν ακριβώς αυτό. ΄Ενα Jameson Black Barell, ένα δυνατό ποτό, πολλαπλής και πολυετούς ωρίμανσης που βγαίνει από ένα μαύρο βαρέλι.

‘Οπως και η γραφή του Λέοντος Ναρ. Από το Δεν Σε ξέχασα Ποτέ, η σύλληψη και σκέψη και προπαντός η σύνδεση έχει προχωρήσει πολλά επίπεδα. Πολλές πίστες συγγραφικής ωρίμανσης και εμπειρίας. Αυτά που είναι πρώτες αναγνώσεις του κειμένου έχουν μυστικά νήματα που σε πάνε έξυπνα στα πιο κάτω, στα πιο βαθιά επίπεδα όσο σκέφτεσαι την παράσταση. Κυρίως ξεκάθαρα το επόμενο πρωί.

‘Ενα αυτοκινητιστικό ατύχημα γίνεται αιτία και αφορμή να ξεδιπλωθούν μπροστά μας ήδη αδιέξοδες ζωές, όπου αναγνωρίζουμε δικές μας πτυχές ή ολόκληρες ζωές όσο προχωράει το έργο.

«Είμαστε αντανάκλαση»

αναφέρεται, δε θα πω σε ποια στιγμή. Και είναι αλήθεια.

Το έργο αν δεν ήταν θεατρική παράσταση θα μπορούσε να είναι ένα μεστό, διόλου ξύλινο δοκίμιο πάνω στην κοινοτοπία του Κακού. Και στη μάχη του αενάως, ανά στιγμές κυριολεκτικά, με το Καλό. Το κακό και η λεπτή γραμμή που το χωρίζει από το καλό, είναι ο κύριος θεματικός κορμός. Αλλά όχι το μόνο θέμα. Βγαίνει όμως η αλήθεια του κειμένου με άμεσο, σκληρό τρόπο, όσο σκληρή είναι και η πραγματικότητα. Η καθημερινότητα. Απασχολεί στο έργο, το πόσο εύκολο είναι να περάσεις στην αντίπερα όχθη από το Καλό στο Κακό. Το πόσο γρήγορα μπορεί να συμβεί αυτό.

«Μέχρι μια ηλικία είμαστε αυτό που μας δίνει η Φύση. Μετά είμαστε αυτό που προσπαθούμε να γίνουμε.»

Απασχολεί το έργο η δισυπόστατη φύση του ανθρώπου, τα πρέπει και τα θέλω, ο καλός κι ο κακός εαυτός. Σκηνοθετούμε τη ζωή ή ζωή μας σκηνοθετεί; Αυτή η διττή κατάσταση, το συνεχές δίπολο, εφιαλτικό κάποιες φορές για την ισορροπία της ταυτότητας, υπηρετείται άριστα από τη σκηνοθετική απόδοση καθώς οι ηθοποιοί, δυο τον αριθμό, παίζουν και μπαινοβγαίνουν σε τέσσερις ρόλους. Πέμπτος υπέρτατος ρόλος ή χωρίς αριθμό, ο παππούς. Η συνείδηση. Με την παρουσία τη διαδικτυακή, που δικαιώνει τον τίτλο και στιγματίζει την εποχή – το στιγματίζει δεν το χρησιμοποιώ τυχαία, θα δείξω παρακάτω – με τη φωνή της Συνείδησης όπως την είδα, της Ρίζας, της κληρονομιάς, μιας ζωής αντίστασης και πάλης για το Καλό και τα Ιδανικά, γίνεται στην επόμενη γενιά, μια ζωή γεμάτη βία. ΄Οχι αυτός που δέχεται, αλλά αυτός που την ασκεί. Και ικανοποιείται.

Στα πρώτα επίπεδα του κειμένου βρίσκεται ο ρόλος των μέσων δικτύωσης και τεχνολογίας στη ζωή μας. Και πόσο αυτός συνδέεται με το Κακό. Πόσο το διευκολύνει, πώς το αναδεικνύει, αν ο αλγόριθμος και τα κλικ και οι σέλφις είναι ζωή ή παράσταση; Πόσο δύσκολο ή εύκολο το κάνουν τα μέσα, το να μπορείς να αντισταθείς, να μη συνηθίσεις την εικόνα του Κακού, να μην την προσπερνάς ως καθημερινότητα;

Πόσο, εντέλει, στο ρόλο του αφανούς γιού της οικογενειας, που βιώνει όλη τη ρίζα της αντίστασης, κι όλη την έκφραση του κακού, είναι εύκολο να εντοπίσεις τα στίγματα; Ηλεκτρονικά και μη; Πόσο, εντέλει αναρωτιέται μέσα απ΄το έργο ο συγγραφέας, είναι εφικτό, το παιδί να γλυτώσει; Να καταφέρει να αναγνωρίσει ανάμεσα στα μπερδευτικά στίγματα, το στίγμα του Κακού; Και να μην το αφήσει να το ρουφήξει;

Η πρόταση υπάρχει και είναι φωτεινή. Κι έχει να κάνει με τη μόνη ισχυρή άμυνα. Το ‘Oνειρο.

«Μπορείς να πάρεις από τα παιδιά το όνειρο; Αν πάρεις από τα παιδιά το όνειρο είναι σαν να παραδίδεις τον πλανήτη. Αμαχητί.»

Η μάχη αυτή δόθηκε χτες, στην πρεμιέρα, μπροστά μας. ΄Ολα ήταν ρόλος. Τα φώτα, η μουσική που έπαιζε πριν ακόμα αρχίσει η παράσταση, η σκηνοθετική ματιά με τον παππού, υπέροχο Ζουγανέλη απ ΄τη γιγαντοοθόνη σε ζωντανή σύνδεση, η διπολικότητα των ρόλων, τα απλά αλλά εμπνευσμένα σκηνικά, η κινησιολογία των χαρακτήρων, οι στοιχηματικές αλλά κερδισμένες ερμηνείες των ηθοποιών, που ενσάρκωναν τέσσερις χαρακτήρες, το Στέλιο τη Μελίνα τον Πωλ και τον Χέλμη.

Και το αφανές παιδί, ρόλος-κλείδί.

Κι ο συγγραφέας έγραψε γιατί θέλει να μας κάνει κοινωνούς:

‘Εχει αποφασίσει να το παλέψει.

Και μας έπεισε, με έπεισε να τον ακολουθήσουμε σε μια σκοτεινή πορεία προς στο φως. Το κατάλαβα, όταν μέσα στο σκότος της παράστασης προσπαθούσα να σημειώσω τις πύρινες λέξεις για να μη χαθούν. Χωρίς να βλέπω καν τι γράφω, πήρα μαζί μου την ουσία της παράστασης.