#weremember, Ποτέ ξανά | Ημέρα Μνήμης Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων Ολοκαυτώματος | Προφορικές Μαρτυρίες Εβραίων της Θεσσαλονίκης

#weremember 2022 – H Μνήμη είναι ηθική αξίωση. 

Επιμέλεια: Μαρίνα Καρτελιά.

Κάθε χρόνο ξεκινώντας το ελάχιστο αυτό αφιέρωμα, σκέφτομαι να κάνω επιλεκτικές δημοσιεύσεις, κάτι πιο συνοπτικό και πιο μεστό.

Κάθε χρόνο, ο Σελιδοδείκτης συμμετέχει στη μνήμη με κορύφωση τη Διεθνή Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος στις 27/1, και του είναι ιδιαίτερα δύσκολο, τελικά ακατόρθωτο να μην ασχοληθεί με πολλές πτυχές του θέματος. Και φέτος θα ισχύσουν τα ίδια, μετ΄επιτάσσεως, όπως οι καιροί ορίζουν.

Συλλέγουμε άρθρα, αποσπάσματα λογοτεχνικών έργων, προτάσεις βιβλίων και κινηματογραφικών ταινιών και καταγράφουμε όσο μας μέλλεται, ταπεινά και με σεβασμό, την αποτύπωση του Ολοκαυτώματος  στις Τέχνες και στην κοινωνία. 

Δημοσιεύουμε σήμερα την προφορική μαρτυρία του Ιακώβ Αττία από την καταγραφή που έκαναν οι ΄

Ερρικα Κούνιο-Αμαρίλιο και Αλμπέρτος Ναρ και περιέχονται σε ένα βιβλίο, μαρτυρίες επιζώντων του Ολοκαυτώματος.

Main entrance to the Auschwitz-Birkenau killing center. [LCID: 90326]
΄Αουσβιτς-Μπίρκεναου,
Η κεντρική είσοδος του στρατοπέδου εξόντωσης Άουσβιτς-Μπίρκεναου. Πολωνία, απροσδιόριστη ημερομηνία. Πηγή: US Holocaust Memorial Museum

Μαρτυρία του Ιακώβ Αττίας

Το 1943 ήμουν τριάντα τριών χρόνων. Κατοικούσα στην οδό Ταντάλου και ήμουν παντρεμένος. Είχα κι ένα κορίτσι. Είχα και φρουτάδικο στην οδό Πτολεμαίων. Εμένα με πιάσαν πολύ νωρίς. Με πήραν πρώτα και με πήγαν στα έργα, στη Γιδά. Εκεί έκατασα καμιά εικοσαριά μέρες, είδα που δεν είχε ούτε Γερμανό, ούτε τίπτε, αναγκάστηκα να φύγω. Γύρισα στη Σαλονίκη, στην οικογένειά μου. Το μαγαζί μου το βρήκα. Η γυναίκα μου είπε ότι αυτή η δουλειά δεν είναι καλή. Πρέπει να φύγουμε από δω πέρα, να πάμε στο βουνό. Πήγα εγώ απάνω στην Καρατζόβα. Μου είπαν: «Κύριε Τζάκο, να σας πάρουμε για κάνα-δυο μέρες, μη μας σκοτώσουν κι εμάς. Θα σας βγάλουμε στο βουνό». Αλλά δεν προλάβαμε σε δυο μέρες. Μας κάναν μπλόκο και μας πήρανε.

΄Οταν έγιναν τα γκέτο, αλλάξατε σπίτι;

Πρώτα, καθόμουνα οδός Παιωνίας. Εκεί μας απαγορέψανε να μένουμε και πήγα στην Ταντάλου. Νοίκιασα εκεί ένα σπίτι.

Εκτός από τη γυναίκα και το παιδί σας, είχατε άλλους συγγενείς;

Τη μάνα μου, τα αδέλφια του πατέρα μου…. Από την οικογένεια μου γύρισα μόνο εγώ. Είχα μαζί μου και τα πεθερικά μου. ΄Εχασα περίπου οκτώ άτομα. Μας πήγανε πρώτα στου Βαρώνου Χιρς. Εκεί μείναμε μια μέρα μόνο. Είχε τράνσπορτ και μας βάλανε μέσα στα τρένα. ΄Ηταν ένα βαγόνι απ΄αυτά που βάζουν ζώα μέσα. Ογδόντα, ενενήντα άτομα ήμασταν. Μέσα, με συγχωρείς, κατουράγαμε, μέσα χέζαμε, μέσα όλα.

Υπήρχε τουαλέτα;

΄Οχι, σε βαρέλια.

Από τροφή, νερό;

Τίποτα. Αυτά που είχαμε μαζί μας.

΄Εκαναν στάσεις;

Κάναμε, αλλά ούτε μας άνοιγαν. Οκτώ μέρες συνέχεια μέσα. Φτάσαμε στο ΄Αουσβιτς. Ανοίξαμε τα βαγόνια, μας πήρανε, μας χωρίσανε. Εγώ είχα το μωρό στην αγκαλιά και με λένε να το δώσω στη γυναίκα μου. Το ΄δωσα στη γυναίκα μου, ήταν η κουνιάδα μου κοντά. Χώρισαν τους γέρους… τους νέους. Εμάς μας πήραν για δουλειά. Τη γυναίκα και το παιδί μου μαζί τους βάλανε σε αυτοκίνητο…. και τη μάνα μου. Τους πήγανε στο Μπίρκεναου.

Αυτή η επιλογή έγινε με το καλό ή με το άγριο;

Με το άγριο. Μας τραβάγανε.

Και ποιος σας χώριζε από δω και από εκεί;

Ο Γερμανός. Αυτοί φύγανε, και μετά που πήγαμε εκεί πέρα, ρωτάγαμε τους Πολωνούς που ήταν πολιτικοί αιχμάλωτοι, τι είναι αυτό που καίει. Πέντε=δέκα μέρες μας λέγανε ότι είναι κουραμάνες που φτιάχνουν, και μετά μας είπαν ότι είναι οι οικογένειές μας. Εκεί χάθηκαν.

Πώς νιώσατε όταν το μάθατε αυτό;

Πάθαμε τράκο….. Αρρωστήσαμε….

Με σας τι έγινε;

Εμάς μας πήγανε με τα πόδια, στο Μπίρκεναου. Εκεί μας πήραν, μας βάλανε καραντίνα 20-30 μέρες. Εκεί μέςας μας είχαν, δεν βγαίναμε. Εκεί μέσα πηγαίναμε στα ουρητήρια…. Όλα εκεί πέρα. Μας πήραν τα ρούχα και μας έδωσαν ρούχα ριγέ. Το έχω ενθύμιο σε φωτογραφία. Και μας βάλανε αριθμούς στο μπράτοσ. Ο δικός μου αριθμός είναι «109.923». Μας κούρεψαν κιόλας, όλο το σώμα. Παπούτσια μας έδωσαν απ΄αυτες τις γαλότες. ΄Οταν τελείωσε η καραντίνα, μας πήγαν στη δουλειά να ρίξουμε πέτρες, να γκρεμίσουμε ντουβάρια, να σκάβουμε.

Το φαγητό σας τι ήταν;

Μια σούπα το πρωί μας δίνανε, ένα τσάι το πρωί χωρίς ζάχαρη. Το μεσημέρι μας έπαιρναν από το στρατόπεδο, εκεί που δουλεύαμε και μας δίνανε αυτή τη σούπα χωρίς τίποτα μέσα. Σκαλίζαμε να βρούμε ένα φασόλι ή ένα ρεβύθι. Το βράδυ μας δίναν 20-30 δράμια ψωμία και λίγη μαργαρίνη ή δυο -τρεις πατάτες βραστές. Πηγαίναμε στη δουλειά μας στις επτά το πρωίκαι γυρίζαμε στις δώδεκα το μεσημέρι. ΄Υστερα ξαναπηγαίναμε πάλι, μέχρι τις έξι η ώρα το απόγευμα.

Πού κοιμόσασταν;

Σε παράγκες. Τα κρεβάτια ήταν ξύλινα. Ούτε μαξιλάρια, ούτε σεντόνι, ούτε στρώματα. Μόνο χόρτα. ΄Ηταν όπως στο στρατό. ΄Ηταν τρία κρεβάτια. Εκεί που πιάσαμε θέση, πηγαίναμε συνέχεια ο καθένας.

Ήταν τριώροφες κουκέτες λοιπόν. ΄Εχω ακούσει ότι κοιμόσασταν πολλά άτομα σε ένα κρεβάτι. Και πώς καταλαβαίνατε τις διαταγές τους; Ξέρατε γερμανικά;

΄Οχι. Ούτε είχα όρεξη να μάθω, γιατί ώρα με την ώρα περιμέναμε να μας καθαρίσουν. Μόνο το «ράους» έμαθα. Ο ένας κοντά στον άλλο, μας βάλανε στη γραμμή και πηγαίναμε. ΄Ενα δύο, άιν-τσβάι… Μετά από εκεί μας πήγανε στη Βαρσοβία. Εκεί δουλεύαμε στα τσιμέντα, στο εργοστάσιο, στο δρόμο επάνω ήτανε. Η εταιρεία πώς λέγεται δεν ξέρω. Μας παίρνανε το πρωί, πηγαίναμε, μας βάζανε το μεσημέρι, ξαναπηγαίναμε…. Μια εβδομάδα δουλεύαμε μέρα, μια εβδομάδα δουλεύαμε νύχτα. Μας φορτώνανε τα τσιμέντα κι αν αργούσαμε είχε το καμτσίκι. Στη Βαρσοβία μείναμε έξι μήνες. Μετά μας πήραν τρανσπορτ και πήγαμε στο Τενταπί, ένα μέρος έξω από τη Βαρσοβία. Εκεί μας κάνανε παράγκες και κανάμε στρατόπεδο. Κάναμε αυτές τις δουλειές. Σκάψιμο, κουβάλημα νύχτα μέρα… ΄Οταν ήταν η οποισθοχώρηση, μας πήραν από εκεί πέρα, μες στα βαγόνια και μας πήγανε να μας καθαρίσουνε, αλλά δεν προλάβανε. ΄Ηλθαν οι Αμερικάνοι και μας γλιτώσανε.

Πότε έγινε αυτό;

΄Εξι μήνες έκατσα μόνο στο Μπιρκενάου. Κι έξι μήνες έκατσα στη Βαρσοβία.

Θυμάστε πότε φύγατε από εκείνο το στρατόπεδο;

Μια φορά, καλοκαίρι ήτανε….

Εσείς πιστεύατε ότι θα απελευθερωθείτε;

΄Οχι. Από πού να το πιστέψω;Πίστευα ότι θα μας πάνε να μας καθαρίσουν. Αφού μας πήραν από εκεί, μας κλείσανε μες στα βαγόνια πάλι και μας πήγαν πέρα. Αν δεν έρχονταν οι Αμερικάνοι, κάπου θα μας ρίχνανε.

΄Αλλες επιλογές δεν έκαναν;

Πώς, κάνανε, εγώ πέρασα. Πότε-πότε θέλαν να καθαρίσουν μερικούς κι έλεγαν: «Εσύ έλα, εσύ έλα….». Μας έβαζαν στη σειρά. Εγώ γλίτωσα.

Επομένως, όπως τα λέτε, περάσατε επιλογές;

Στο μήνα επάνω, έτσι που κοιμόμασταν, μας λέγαν ¨ράους», μας βάζανε σε μια ζυγαριά και μας ζυγίζανε. Αν ήταν λίγα τα κιλά και δεν μπορούσαμε να εργαστούμε σου παίρνανε τον αριθμό και την άλλη μέρα σε πηγαίνανε για κάψιμο.

Πώς έγινε η απελευθέρωσή σας;

Μας λευτέρωσαν οι Αμερικάνοι. ΄Ηταν σαν μετά το Πάσχα, Απρίλιος, Μάιος. Ε, λοιπόν, μας πήραν οι Αμερικάνοι, μας πήγανε…. καθίσαμε σ΄ένα στρατόπεδο, μας ταϊζανε λίγο-λίγο, γιατί από τις στερήσεις φοβόμασταν μην πάθουμε τίποτες…. Φοβόμασταν να φάμε. Μετά μας πήραν να μας πάνε… Μας βάλανε σε βαγόνι και βγήκαμε στο Μπάρι, στην Ιταλία. Εκεί είχε έναν αξιωματικό ΄Ελληνα και ρώτησε πόσα άτομα ήμασταν. ΄Επαιρνε φαϊ, συσσίτιο, για να μας ταϊσει. Εμείς πότε πηγαίναμε, πότε δεν πηγαίναμε στο μαειρείο, τρώγαμε και δεν πληρώναμε…. ΄Ωσπου βαρεθήκανε και μας διώξανε από κει. Μας βάλανε στα καράβια, μας κατεβάσανε στην Πάτρα. Από εκεί μας πήρανε με αυτοκίνητα, μας φέρανε στην Αθήνα. ΄Οταν ήλθα στην Αθήνα εγώ, με ρώτησαν πού θέλω να πάω… Θέλω στο Ισραήλ; Θέλω στην Αμερική; Εγώ είπα θέλω στη Θεσσαλονίκη. Και αυτό ήταν.

Δημιουργήσατε οικογένεια μετά;

Ναι. Αλλά παιδιά δεν κάναμε. Είκοσι χρόνια ήμουν παντρεμένος. Η γυναίκα μου πέθανε.

Το μαγαζί σας το ξαναβρήκατε;

Το βρήκα, αλλά δεν ήταν δικό μου….

΄Ηταν κάποιου άλλου;

Ναι. Και μετά έγινε… αναγκάστηκα… με ξέρανε όλοι οι παραγωγοί και κάναμε ένα συνεταιρισμό με τον Αλμπέρτο Νισήμ, που έφυγε στην Αμερική. Αυτός είχε μαγειρείο, όταν μας πήραν εμάς. Μετά το κάναμε φρουτάδικο. Το γυρίσαμε σε μανάβικο. Δουλέψαμε μαζί, μετά χωρίσαμε, πήρα δικό μου μαγαζί.

Θυμάστε τίποτα άλλο;

Το ξύλο που τρώγαμε κάθε μέρα. Στο μπλοκ 10, τις γυναίκες που κάνανε περιάματα. Τις βγάζανε τα αυτά και το ένα μετά το άλλο, για να μην κάνουνε παιδιά. Και τους άντρες τους αφηράγανε, με συγχωρείτε, τα αρχίδια.

Θεσσαλονίκη, Φεβρουάριος 1989

Για το βιβλίο που Προσωπικές μαρτυρίες Εβραίων της Θεσσαλονίκης για το Ολοκαύτωμα που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ευρασία, σε επιμέλεια Φραγκίσκης Αμπατζοπούλου διαβάστε λεπτομέρειες στο σχετικό άρθρο μου.

Σελιδοδείκτης | Προφορικές Μαρτυρίες Εβραίων της Θεσσαλονίκης για το Ολοκαύτωμα | Ε. Κούνιο-Αμαρίλιο, Αλμπέρτος Ναρ | Μαρίνα Καρτελιά.

Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2019

Γράφει η Μαρίνα Καρτελιά.

ΠΡΟΦΟΡΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΕΒΡΑΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ

Ε. Κούνιο-ΑμαρίλιοΑλμπέρτος Ναρ

Το βιβλίο αυτό, του έπρεπε να είναι βαρύ. Γιατί βαραίνουν οι Μαρτυρίες του. ΄Οπως η πόρτα του Μουσείου βαριά, στη Σαλονίκη, στο ισόγειο της οποίας, έβαλα εντέλει τα ακουστικά για να ακούσω μερικές, απ΄αυτούς που έζησαν τα γεγονότα.

Σε πολλά βιβλία μελέτησα και διάβασα το θέμα της ιστορικής μνήμης και την ανάλυσή του από σημαντικούς ανθρώπους που έχουν ασχοληθεί συγκεκριμένα με τη Μνήμη του Ολοκαυτώματος, τη Shoa, τη διατήρήσή της, τους «σωστούς» τρόπους αποτύπωσης. ΄Ολοι κατέληγαν στο ίδιο συμπέρασμα:

Η μνήμη έχουμε εξ ορισμού υποχρέωση να διατηρηθεί. Και η πιο ακριβής καταγραφή είναι η προσωπική μαρτυρία, όσο «φθαρτή» ή ευάλωτη κι αν έχει καταστεί απ΄τον χρόνο που πέρασε από το βίωμα. Το συναίσθημα παραμένει, κι αυτό το νιώθει κανείς όταν ακούσει μερικούς απ΄τους ανθρώπους που περιέχονται στο βιβλίο, με τα ίδια του τ΄αυτιά να περιγράφουν όσα έζησαν, όπως είχα την τύχη να βιώσω στην επίσκεψή μου στο Εβραϊκό Μουσείο Θεσσαλονίκης.

Το συναίσθημα αυτό με κατέλαβε και φυλλομετρώντας αυτό το βιβλίο. Κι επειδή θέλω να είμαι ακριβής, δηλαδή αληθινή, θα σας πω, πως δεν το διάβασα ολόκληρο ακόμη. Νιώθω πως είναι τέτοια η βαρύτητά του, οι σκιές των μαρτυριών, ο συγκλονισμός των γεγονότων, που πρέπει να μου επιτρέψω να σταλάξει κάθε μαρτυρία την ουσία της πριν δώσω χρόνο και χώρο στην επόμενη.

[ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΩΝ ΕΠΙΖΩΝΤΩΝ, τις οποίες συγκέντρωσαν και εξέδωσαν στον τόμο αυτό οι Έρικα Κούνιο-Αμαρίλιο και Αλμπέρτος Ναρ, δεν αποτελούν απλώς τεκμήριο και ανεκτίμητη ιστορική πηγή, αλλά και μάθημα για τα όρια της ανθρώπινης συμπεριφοράς μέσα στο κακό, τόσο από τη μεριά εκείνων που το επιβάλλουν όσο και από εκείνους που το υφίστανται και επιβιώνουν.

Μας δίνει τη δυνατότητα να ρίξουμε μια ματιά στην καρδιά του βαθύτερου σκότους, αυτού της ζωής και του θανάτου στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Ο τόμος, των πάντα φροντισμένων εκδόσεων Ευρασία, περιλαμβάνει επίσης ένα μικρό λεξικό όρων, ονομάτων και τόπων, καθώς και χρονολογικό πίνακα γραμμένα από τη Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου], που μας δίνει απόλυτα ευκρινώς τη δραματικά εγκληματική χρήση ενός λεξιλογίου, ορολογίας και λέξεων που απέκτησαν άλλη σημασία. Λέξεις και όροι που χρησιμοποιούμε σήμερα καθημερινά και που ακούμε δυστυχώς από ύποπτα στόματα ξανά στο 2019, ως επιχειρήματα πολιτικής στο προσφυγικό ζήτημα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Κι αυτά είναι σχεδόν πάντα νεοναζιστικού προσανατολισμού, ή το χειρότερο, αρθρώνονται ως πολιτικός λόγος σε κόμματα που φλερτάρουν διπλωματικά με τη νεοναζιστική επιχειρηματολογία και πρακτική.

Ο χωρισμός είναι σε δύο μέρη και πρακτικός, μια γυναίκα έχει συλλέξει και καταγράψει της μαρτυρίες των γυναικών και ένας άνδρας εκείνες των ανδρών. Και οι δυο μεγάλωσαν ως παιδιά σε οικογένειες σημαδεμένες απ΄το Ολοκαύτωμα, έμμεσα ή άμεσα. ΄Εχουν κι οι δυο, η ΄Ερικα Κούνιο-Αμαρίλιο και ο Αλμπέρτος Ναρ, τον ίδιο στόχο. Στην αρχή του βιβλίου αποτυπώνονται από τους δεύτερης γενιάς απογόνους θυμάτων του Ολοκαυτώματος, στα εισαγωγικά σημειώματα, η ιδιαίτερη ευαισθησία τους, η πνευματική ενασχόληση, μα κυρίως η έννοια τους για τη διατήρηση της ιστορικής αλήθειας και της ομορφιάς της ζωής, έστω και μέσα από μαρτυρίες θανάτου, η πρώτη ως επιζήσασα που αποφάσισε την προσωπική της ανάδυση ως χρέος, ο δεύτερος ως απόγονος επιζώντων, λογοτέχνης και τιμητής της ιστορίας της κοινωνικής ζωής των Σαλονικάι και της αγάπης τους για τη γενέθλια πόλη.

Ξεκίνησα από μία απ΄αυτές τις Προσωπικές Μαρτυρίες. Σταλάζει ακόμα το νόημά της μέσα μου, αλλά παρακινήθηκα να σας γράψω να το αποκτήσετε. Πάρτε το σπίτι, δείτε το αφαιρετικό εξώφυλλο με τις ράγες που όλοι ξέρουμε πού εννοούν ότι καταλήγουν. Αρχίστε μαζί τους τη διαδρομή που έκαναν εκείνοι που περιέχονται στο βιβλίο και ευτυχώς γύρισαν ξανά στη Σαλονίκη.

Μαρτυρία Λεόν Μπενμαγιόρ
Μαρτυρία Λεόν Μπενμαγιόρ

Το 96% των Θεσσαλονικιών Εβραίων δε γύρισε ποτέ , θανατώθηκε
στα κρεματόρια και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το μεγαλύτερο ποσοστό των Ελλήνων Εβραίων επίσης. Αυτή είναι μια ακριβής αλήθεια. Μια ακόμα είναι πως ο πληθυσμός κατά μείζονα λόγο, της Θεσσαλονίκης, που όλοι την αγαπάμε και ξαναγυρνάμε στην αγκαλιά της, ξεκληρίστηκε. Και μαζί της μια σειρά από άλλες πόλεις, πλήρωσαν βαρύ τίμημα αίματος και ενεπλάκησαν πολλές φορές σε παιχνίδια ανταλλαγής πληθυσμών που θα θανατωθούν σε σχέση με άλλους που επελέγη να επιζήσουν, όπως στην περίπτωση της Καβάλας. Είναι σημαντικό επίσης, να λάβουμε επιτέλους γνώση, να μετέχουμε στην πληροφορία, να αναλάβουμε μέρος της ευθύνης της διάδοσης της αλήθειας. Και της ιστορικής αποκατάστασης.

Το Ολοκαύτωμα δεν έχει καταστεί ακόμα και σήμερα αποτύπωμα της κοινής συνείδησης όλων των ανθρώπων. Οι αυθεντικές μαρτυρίες συμβάλλουν στην ακριβή καταγραφή του μεγέθους, της ποικιλίας των στρατηγικά μελετημένων μεθόδων αλλά κυρίως στην τεκμηρίωση της ύπαρξης οργανωμένης στρατηγικής καθολικής εξόντωσης των Εβραίων. Είτε με εκτελέσεις, είτε με ομαδικές θανατώσεις στους θαλάμους αερίων, για τους Ναζί η σύλληψη αφορούσε στον πλήρη Αφανισμό. Και η στρατηγική τους δυστυχώς, δεν έχει εγκαταλειφθεί καθώς υπάρχουν αυτή τη στιγμή διεστραμμένα μυαλά στους «πολιτικούς» νεοναζιστικούς κύκλους που φλερτάρουν με τα σενάρια της Τελικής Λύσης και την προσαρμογή της εφαρμογής τους στο σήμερα.

Η αγωνία των ανθρώπων που εργάστηκαν για να συλλεγούν, καταγραφούν οι μαρτυρίες και για να γίνει πραγματικότητα αυτό το βιβλίο, καθώς και όλων όσων γράψανε για το θέμα, και συνεχίζουν να γράφουν, – είτε με τη μορφή δοκιμίου, θεατρικού ή λογοτεχνικού κειμένου, σεναρίου ταινίας ή τηλεοπτικής σειράς, ακόμη και μυθιστορήματος νουάρ που βασίζεται σε πραγματικά περιστατικά, – είναι μία και το ζητούμενο ένα και πολύ συγκεκριμένο:

Να μάθουμε σε βάθος και σε εύρος την Αλήθεια.
Και να μην την ξεχάσουμε ποτέ.
Να μην αφήσουμε ποτέ την πεζή μας καθημερινότητα να συμπαρασύρει ως παράπλευρη τη ζοφερή καθημερινότητα που περιγράφεται στις Προσωπικές Μαρτυρίες.

Μαρτυρία Σολ Καζές
Μαρτυρία Σολ Καζές

Αφήστε το βιβλίο στο τραπέζι. Σταλάζετε μια μαρτυρία όποτε μπορείτε, όσο αντέχετε. Είναι η πιο τρανταχτή απόδειξη ότι όλα όσα έχετε ακούσει και διαβάσει συνέβησαν. Γιατί έχουμε φτάσει ως κοινωνία διεθνώς στο σημείο να υπερασπιζόμαστε ακόμα κι αυτό. ΄Οτι το Ολοκαύτωμα όντως συνέβη, είναι ακριβές και αληθινό.
΄Οσο οι μαρτυρίες αυτών που το έζησαν και το διηγούνται.
Διαβάζοντας το βιβλίο συμβάλλετε σε κάτι μεγάλο, με τα μάτια σας που αγγίζουν το χαρτί. Γιατί όπως λέει κι ο Μισέλ Φάις, στο ΄Οπως Ποτέ:

«Σημασία έχει να μη μας καταπτοήσει η συνήθεια της σιωπής. Αυτό είναι το πρωταρχικό. Να μη μας εξουθενώσει η ερημιά κι ο παγετώνας της».

ΠΡΟΦΟΡΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΕΒΡΑΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ

Ε. Κούνιο-Αμαρίλιo
Αλμπέρτος Ναρ

Εκδόσεις Ευρασία

Το άρθρο πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό Pause.

#weremember, Ποτέ ξανά | Προς την 27η Ιανουαρίου 2022 | Αλμπέρτος Ναρ | Η ρημαγμένη «μάνα του Ισραήλ» 

 

#weremember 2022 – H Μνήμη είναι ηθική αξίωση. 

Επιμέλεια: Μαρίνα Καρτελιά.

Κάθε χρόνο ξεκινώντας το ελάχιστο αυτό αφιέρωμα, σκέφτομαι να κάνω επιλεκτικές δημοσιεύσεις, κάτι πιο συνοπτικό και πιο μεστό.

Κάθε χρόνο, ο Σελιδοδείκτης συμμετέχει στη μνήμη με κορύφωση τη Διεθνή Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος στις 27/1, και του είναι ιδιαίτερα δύσκολο, τελικά ακατόρθωτο να μην ασχοληθεί με πολλές πτυχές του θέματος. Και φέτος θα ισχύσουν τα ίδια, μετ΄επιτάσσεως, όπως οι καιροί ορίζουν.

Συλλέγουμε άρθρα, αποσπάσματα λογοτεχνικών έργων, προτάσεις βιβλίων και κινηματογραφικών ταινιών και καταγράφουμε όσο μας μέλλεται, ταπεινά και με σεβασμό, την αποτύπωση του Ολοκαυτώματος  στις Τέχνες και στην κοινωνία. 

Ενάντια στη Λήθη.

Μνημείο Ολοκαυτώματος, Πλατεία Ελευθερίας, Θεσσαλονίκη.

Αλμπέρτος Ναρ

Η ρημαγμένη  

«μάνα του Ισραήλ» 

΄Οταν στον κόσμο σ’έφερε 

η μάνα που σ’εγέννα 

δεν είχες μέσα σου καρδιά 

για ν΄αγαπάς κανένα. 

Τράβα, κι αγάπη αλλού να βρεις 

στην πόρτα μου μη μένεις. 

Την τύχη μου θα ψάξω αλλού 

Για μένα είσαι χαμένη. 

΄Ολοι παν στη συναγωγή 

κι εγώ στο σπιτικό σου 

΄Ολοι φιλάν τη μεζουζά 

κι εγώ το πρόσωπό σου. 

Πέρασα από την πόρτα σου 

και βρήκα κλειδωμένα 

Και φίλησα την κλειδαριά 

σα να φιλούσα εσένα.

 

ΑΛΜΠΕΡΤΟΣ ΝΑΡ
Ο Αλμπέρτος Ναρ γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου πέρασε όλη τη ζωή του. Γιός σεφαραδιτών Εβραίων, επιζώντων του Ολοκαυτώματος. Παρακολούθησε μαθήματα στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ και εργάστηκε ως γραμματέας της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης. Διηύθυνε το Κέντρο Ιστορικών Μελετών Εβραϊσμού Θεσσαλονίκης και ήταν μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του Κέντρου Ιστορίας του Δήμου Θεσσαλονίκης. Συνεργάστηκε με το ιστορικό περιοδικό του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου Ελλάδος (ΚΙΣΕ) Χρονικά και αρθρογράφησε στις εφημερίδες Μακεδονία και Θεσσαλονίκη.[1]

Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1985 με το βιβλίο «Οι συναγωγές της Θεσσαλονίκης. Τα τραγούδια μας», με πρόλογο του Γιώργου Ιωάννου. Τις μελέτες λαογραφικού και όχι μόνο ενδιαφέροντος, με τις οποίες επιχειρεί να φωτίσει το χαρακτήρα της Εβραϊκής κοινότητας στην ιστορική διαδρομή της, τις συνέχισε ο Ναρ και μετά το 1985, συγκεντρώνοντας το σύνολο της δουλειάς του στο βιβλίο «Κειμένη επί ακτής θαλάσσης» (1997). Αναφορά πρέπει οπωσδήποτε να γίνει και στο βιβλίο «Προφορικές μαρτυρίες Εβραίων της Θεσσαλονίκης για το Ολοκαύτωμα» (1998), που κυκλοφόρησε μαζί με την Έρικα Κούνιο Αμαρίλιο.

Ως πεζογράφος εμφανίστηκε επίσης το 1985 με διήγημα από το περιοδικό «Το δέντρο», αλλά συνεργάστηκε στενά και με τα περιοδικά «Παραφυάδα» και «Το τραμ» (Τρίτη διαδρομή).
Κυκλοφόρησε επίσης τις συλλογές διηγημάτων : «Σε αναζήτηση ύφους» (1991, δεύτερη έκδοση το 1997 εμπλουτισμένη με πέντε ακόμα διηγήματα), και «Σαλονικάι, δηλαδή Σαλονικιός» (1999). Ήταν τακτικός συνεργάτης των εφημερίδων «Μακεδονία» και «Θεσσαλονίκη». Κείμενά του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γερμανικά, ισπανικά, γαλλικά και εβραϊκά.

Το 2011, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Βιβλίου Θεσσαλονίκης, μίλησαν για το έργο του Αλμπέρτου Ναρ, οι Τάσος Καλούτσας, Θωμάς Κοροβίνης, Μανόλης Ξεξάκης και Περικλής Σφυρίδης.Στις 10.5.2015, με αφορμή τα 10 χρόνια από το θάνατό του, οι εκδόσεις Νεφέλη και Ευρασία διοργάνωσαν στο πλαίσιο της 12ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης εκδήλωση για το έργο του με ομιλητές τους Χρίστο Ζαφείρη, Θωμά Κοροβίνη, Γιώργο Σκαμπαρδώνη και Θανάση Τριαρίδη.

Υλικό από το αρχείο του Αλμπέρτου Ναρ με ηχογραφήσεις σεφαραδίτικης μουσικής βρίσκεται στο ΕΛΙΑ Θεσσαλονίκης. Απόσπάσμα του γίνεται γνωστό σήμερα με την έκδοση I REMEMBER… ΘΥΜΑΜΑΙ, όπου επιζώντες του Ολοκαυτώματος τραγουδούν Σεφαραδίτικα τραγούδια. Διηγήματά του έχουν αναδημοσιευθεί σε πολλά ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά και πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις IANOS μεγάλη ανθολόγηση από αυτό το αρχείο με τίτλο  «Τα τραγούδια μας. Ανθολογία Σεφαραδίτικων τραγουδιών της Θεσσαλονίκης», σε ισπανοεβραϊκή και ελληνική απόδοση του ίδιου.

Σελιδοδείκτης | 18η Διεθνής ΄Εκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης 2021 | ΑΛΜΠΕΡΤΟΣ ΝΑΡ «Τα τραγούδια μας. Aνθολογία σεφαραδίτικων τραγουδιών της Θεσσαλονίκης» & ΛΕΩΝ ΝΑΡ, «I REMEMBER, ΘΥΜΑΜΑΙ»

Επιμέλεια: Μαρίνα Καρτελιά

ΑΛΜΠΕΡΤΟΣ ΝΑΡ «Τα τραγούδια μας. Aνθολογία σεφαραδίτικων τραγουδιών της Θεσσαλονίκης» & ΛΕΩΝ ΝΑΡ, «I REMEMBER, ΘΥΜΑΜΑΙ»

14:00

«΄Ετσι ένιωσα. Σα ν΄άνοιξε ο Αλμπέρτος Ναρ μια πόρτα, να με φιλοξενήσει. Να μου δανείσει τα μάτια του. Να με εισάγει στη ζωή την τότε, στις συνήθειες, στις αρετές, στα γούστα. Στην ηθογραφία της εποχής, γεμάτης καρπούς, μυρωδιές, αισθήσεις. Να μου διηγηθεί παραμύθια για θάλασσες, πριγκήπισσες, έρωτες, και να μου ψιθυρίσει  νανουρίσματα, “Durme, durme, con sabor” , τραγούδια ζωής για να έχω ανέφελα όνειρα, όπως έκαναν οι μανάδες εκείνες. Μαρίνα Καρτελιά.

14:00-15:00 Αίθουσα Δ. Σολωμός (Περίπτερο 13)   

Διαβάστε περισσότερα εδώ:

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι kXFyOiywAd1KA0wl2-78YzjxR5OlY_haeC3GP2KC64XloASMUbgn64DeXzJ8zAerAsh17W4RWwjZDsCxEnp6Mbl2UYRmtPcaoIif6333wMb2wjkdIOKhzBMg7lRVeV5WLCyqzjJmZe59TCntbjneGUrimBadzkyltU3y9SeA-DZB0hQXvdu4Nd41yXD81qAWa0ssbH_dPJG41Wt5ox7uGhDmTMOzAGbpXjOO2OKGfu4kniL1FoI1R-M_P1WLPOx5th7G29QWLrZaF9QshwO0GmVZqz0-Gtba-euUO-piv9ooFUOWlhKxhI71xZM7s-1tgErmXZVJhOxPhp7ZuGyxn7SXsjT4ahEdiWn0hI_fw2UQ9LhA_loG7iJDqSEh_vsQZvHuZ4wnKWDTskFI_o3aI9a2skPJEN275cJukIi0nmxrujatwnkfyo7Maafv0U-zCa7jAEk0t4C-jd828JX-xAwYVpYgMMNx9BLM85q7INpCZBIM-tEWiM7cYeZsCZJz6E7WP6HaRg6DJWciN0bBV6uzULt9cEaQfUJNE8kK7yE0mbt9S0Zzk4wJQXKkD8e3BUGz8KqG3_50l_SWYdwxpBPvdKcWsp5ozgv_TZsj5RGygVIQy8PqkSYdPdoj2F5HotHJRgntDsdRWlA169NUKEW0XQ3fUoTMzgwxTXP2hXTj0t5QpFYWpbBakQljZ_SbaNy1TylQ5GRRtmFEIQ52gxBs=w218-h280-no

     

ΟΜΙΛΗΤΕΣ:

Θα μιλήσουν ο Γιώργος Αντωνίου (επίκουρος καθηγητής, τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΑΠΘ), ο Λέων Α. Ναρ ( δρ. Νεοελληνικής Φιλολογίας ΑΠΘ-συγγραφέας) και ο Νίκος Ορδουλίδης, (επιστημονικός συνεργάτης, τμήμα Μουσικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων).

Xαιρετισμό θα απευθύνει ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνος Ζέρβας

ΟΡΓΑΝΩΣΗ:

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΑΝΟS

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ

ΑΛΜΠΕΡΤΟΣ ΝΑΡ «Τα τραγούδια μας. Aνθολογία σεφαραδίτικων τραγουδιών της Θεσσαλονίκης»

& ΛΕΩΝ ΝΑΡ, «I REMEMBER, ΘΥΜΑΜΑΙ»

Μια τρίγλωσση έκδοση (ελληνικά, αγγλικά, ισπανοεβραϊκά) βιβλίου/CD που βασίζεται στο μουσικό αρχείο του Αλμπέρτου Ναρ, με επιμέλεια του Λέων Α.Ναρ. Επιζώντες του Ολοκαυτώματος τραγουδούν σεφαραδίτικα τραγούδια, σπάνια ηχητικά ντοκουμέντα που ακούστηκαν για τελευταία φορά σε μέρες σκοτεινές, σε κλειστά σπίτια, σημαδεύοντας τη στερνή στιγμή του αποχωρισμού από την αγαπημένη τους Θεσσαλονίκη, τη στιγμή της εξορίας και του θανάτου.

Ενσωμάτωση, όχι απλή διάσωση.

Σελιδοδείκτης

Της Μαρίνας Καρτελιά

Τα τραγούδια μας

Αλμπέρτος Ναρ

Πρόλογος Σταύρος Ξαρχάκος
Πρόλογος Α΄ έκδοσης: Γιώργος Ιωάννου Επιμέλεια: Λέων Ναρ

Εκδόσεις IANOS.

Ενσωμάτωση, όχι απλή διάσωση.

Αυτό θέλησα να βάλω σαν τίτλο, περιδιαβαίνοντας αναγνωστικά στα τραγούδια του Αλμπέρτου Ναρ. Την ανθολογία δηλαδή που ο ίδιος δημιούργησε με φροντίδα, και η δίγλωσση αυτή έκδοση  περιέχει, στα σεφαραδίτικα και στην ελληνική από τον ίδιο έμμετρη αποδόσή τους, με τα τραγούδια των Σεφαραδιτών Ελλήνων Εβραίων της Σαλονίκης. Αυτά εδώ που για μένα αποτελούν έναν ακόμα θησαυρό μνήμης, ανάλογο μ΄αυτό που καταλαβαίνει κανείς να τον τυλίγει, παρά τη διαστρέβλωση της Ιστορίας, στους περιπάτους στη γενέθλια πόλη, τη Θεσσαλονίκη. Τη μητέρα αυτή που άνοιξε μια αγκαλιά τους περασμένους αιώνες, κι ήθελε όλα τα παιδιά να τα χωρέσει.

Συναίσθημα και συγκίνηση, ανάλογη μ΄ αυτή που αφήνει η αποτύπωση της ίδιας της καθημερινότητας των πολιτών της και στο Εβραϊκό Μουσείο της.

΄Ετσι ένιωσα. Σα ν΄άνοιξε ο Αλμπέρτος Ναρ μια πόρτα, να με φιλοξενήσει. Να μου δανείσει τα μάτια του. Να με εισάγει στη ζωή την τότε, στις συνήθειες, στις αρετές, στα γούστα. Στην ηθογραφία της εποχής, γεμάτης καρπούς, μυρωδιές, αισθήσεις. Να μου διηγηθεί παραμύθια για θάλασσες, πριγκήπισσες, έρωτες, και να μου ψιθυρίσει  νανουρίσματα, “Durme, durme, con sabor” , τραγούδια ζωής για να έχω ανέφελα όνειρα, όπως έκαναν οι μανάδες εκείνες.

Να μου δείξει πώς ζούσαν τότε, πώς εκδήλωναν τα συναισθήματά τους, την αγάπη, τη φιλία. Πώς μέτραγε η μητρότητα και η περπατησιά των παιδιών στον κόσμο. Πώς γαλουχούνταν με την αγάπη ζωντανή για τη διώκτρια Ισπανία και με το άλλο μάτι στη Μάνα Σαλονίκη, χωρίς ποτέ να ξεχνούν από πού ήρθαν, χωρίς να λησμονούν πού στέριωσαν.

Η καταγραφή και διάσωση λοιπόν, δεν ήταν μόνο αυτός ο στόχος για να γίνει αυτή  η πολύτιμη και – φαντάζομαι – ενδελεχής και κοπιώδης εργασία. Σκοπός, – αισθάνθηκα πως ήταν – η μέθεξη, η συμπερίληψη σε κάτι που τότε μπορεί και να φάνταζε ξένο, μα σήμερα και πάντα είναι τόσο δικό. Αλλιώς γιατί με θυμίζουν τόσο μερικά απ΄τα τραγούδια αυτά, τα ρεμπέτικα; Ακόμα κι αυτά που δεν έγιναν γνωστά στη συνέχεια με άλλες μελοποιήσεις και εκτελέσεις; Γιατί μοιάζουν έτοιμα να τα πάρει ένας μπουζουκτζής της ΄Ανω Πόλης ή του λιμανιού πριν το 1917, και να αναστενάξουνε τα τέλια; Να τα τραγουδάνε στα σοκάκια οι κεντήστρες απ΄το βιβλίο της Χίσλοπ είδα, κι ύστερα με τις χριστιανές φίλες τους να στήνουν νυχτέρι ή και καρτέρι για τους αγαπητικούς ή τους εκλεκτούς της καρδιάς. Να προσπαθούν κι εκείνοι, όπως ο Αλμπέρτος Ναρ διεισδυτικά το έκανε, να ανοίξουν μια τρυφερή καρδιά και να της δείξουν κι άλλα μονοπάτια, έξω από δόγματα. Μονοπάτια που μοιάζουν πρωτόγνωρα, μα τελικά είναι τόσο οικεία.

Γιατί τα τραγούδια αυτά μιλάνε με αγάπη για την Πατρίδα, ίδια όπως αυτά της Βέμπο, για την ξενητιά, τον έρωτα, το θάνατο, την περιπέτεια.  Γιατί η στενή σύνδεση με τη μάνα εξομολογήτρα, και στα δυο φύλα, απαντιέται κι εδώ όπως στα δημοτικά τραγούδια. Γιατί οι παραλογές μοιάζουν με μεσαιωνικά παραμύθια και οι καντάδες μικρά κωμειδύλια, έγχρωμες ταινίες μικρού μήκους ποτισμένες με κρασί και εμφανισμένες σε τεχνικολόρ.  Γιατί όλα συναντιούνται και φλερτάρουν ακόμα και στο ύφος με το ΄Ασμα Ασμάτων. Καλύτερα: το κουβαλάνε μέσα τους… Κι όλα διδάσκουν ιστορία και συντριβή, όπως αυτό για τη μεγάλη φωτιά του 17 που αλλοίωσε τη φυσιογνωμία της πόλης και επηρρέασε για πάντα την καλή συνύπαρξη στα εμπορικά ανθούντα τμήματά της.

΄Όλα μας ανοίγονται διάπλατα μπροστά, με μια αλήθεια τόσο συνταρακτική, τόσο παρούσα, που αφοπλίζει, που ξεπλένει τραύματα με την ανδραγαθία και το θάρρος των πυροσβεστών  της πόλης, που υμνούνται σε ένα ακόμα σωσμένο τραγούδι. Αυτή η τρανταχτή αλήθεια μας συνδέει απευθείας με την παράδοση την οποία παραλαμβάνουμε με χαρά. Και στ΄αυτιά μας ακούγονται σιγανά τώρα, αλλά ευδιάκριτα, τα σωσμένα με ξεχωριστή φροντίδα σεφαραδίτικα τραγούδια, ερμηνευμένα από τις αθώες παιδικές φωνές των γερόντων επιζώντων, όπως ακούστηκαν στην ηχογραφική αποτύπωση του αρχείου, το I REMEMBER, πολύτιμη παρακαταθήκη σ΄έναν κόσμο που πρέπει διαρκώς να εξασκείται στο να θυμάται να μην ξεχνά.

Πριν με τυλίξουνε ξανά οι μυρωδιές, τα ρόδα, η θάλασσα, και οι γλυκείς πρωταγωνιστές των τραγουδιών, στέκομαι μοναχά σε δυο, αυτό που ανοίγοντας κατά τύχη μόλις πήρα το βιβλίο διάβασα,

LA MANCHEVEZ YO LA PEDRI

La manchevez yo la pedri

por tu amor querida,

ayinda yo no encontri,

cura a mi ferida.

Quando mos vamos encontrar,

al mundo verdadero,

a ti te van apreguntar

por tu amor primero

Y si el Dio te jusgara

te topara culposa

ma yo mismo me acusare

por ti mi linda rosa.

και αυτό που με συγκίνησε πιότερο από τη θεατρική παράσταση « Δεν Σε Ξέχασα Ποτέ» που έγραψε ο Λέων Ναρ, και στην οποία ενσωμάτωσε:

EN LA MAR HAY UNA TORRE

En la mar hay una torre

En la torre una ventana

Ay aposa una palomba

que a los marineros llama.

Si la mare se hace lace,

yo me hago vendedor,

vo vendiendo y demandando

onde more el mio amor.

Dame la mano palomba

me subire a du nido.

Maldicha que durmes sola!

Y yo dormire contigo.

που τραγουδούσε η γιαγιά Ζάνα. Κι άφησα επίτηδες μόνο τη σεφαραδίτικη γλώσσα εδώ, για να σας τυλίξει η μουσικότητα των λέξεων.

Ο ιδιαίτερος τρόπος του Αλμπέρτου Ναρ να διηγείται τη ζωή και να την κάνει Ιστορία με συμμέτοχο τον αναγνώστη, τόσο ευκρινής και στη γραφή του, εύχομαι να συνεχιστεί μελωδικά κι αυτά τα τραγούδια να ερμηνευθούν  σ΄ένα μεγάλο πάλκο με όργανα, και με φωνές βγαλμένες απ΄τις σελίδες του βιβλίου, έτσι ακριβώς όπως το φαντάστηκα.

Και σας προτείνω να διαβάσετε το βιβλίο γιατί είμαι σίγουρη πως όσοι δεν την ξέρετε την πόλη, θα τη γνωρίσετε πρώτη φορά τόσο βαθιά. Κι όσοι αγαπάτε τη Σαλονίκη, θα την αγαπήσετε διπλά, κι όχι “Fuir me quiero de Selanik”, να φύγετε δηλαδή από τη Θεσσαλονίκη δε θα θέλετε, μα θα επιθυμήσετε πιο δυνατά από ποτέ να γυρίσετε μέσα στη μητρική αγκαλιά της, αλλαγμένοι άνθρωποι κι ωστόσο ίδιοι.

Ο Αλμπέρτος Ναρ γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου πέρασε όλη τη ζωή του. Γιός σεφαραδιτών Εβραίων, επιζώντων του Ολοκαυτώματος. Παρακολούθησε μαθήματα στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ και εργάστηκε ως γραμματέας της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης. Διηύθυνε το Κέντρο Ιστορικών Μελετών Εβραϊσμού Θεσσαλονίκης και ήταν μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του Κέντρου Ιστορίας του Δήμου Θεσσαλονίκης. Συνεργάστηκε με το ιστορικό περιοδικό του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου Ελλάδος (ΚΙΣΕ) Χρονικά και αρθρογράφησε στις εφημερίδες Μακεδονία και Θεσσαλονίκη.[1]

Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1985 με το βιβλίο «Οι συναγωγές της Θεσσαλονίκης. Τα τραγούδια μας», με πρόλογο του Γιώργου Ιωάννου. Τις μελέτες λαογραφικού και όχι μόνο ενδιαφέροντος, με τις οποίες επιχειρεί να φωτίσει το χαρακτήρα της Εβραϊκής κοινότητας στην ιστορική διαδρομή της, τις συνέχισε ο Ναρ και μετά το 1985, συγκεντρώνοντας το σύνολο της δουλειάς του στο βιβλίο «Κειμένη επί ακτής θαλάσσης» (1997). Αναφορά πρέπει οπωσδήποτε να γίνει και στο βιβλίο «Προφορικές μαρτυρίες Εβραίων της Θεσσαλονίκης για το Ολοκαύτωμα» (1998), που κυκλοφόρησε μαζί με την Έρικα Κούνιο Αμαρίλιο.

Ως πεζογράφος εμφανίστηκε επίσης το 1985 με διήγημα από το περιοδικό «Το δέντρο», αλλά συνεργάστηκε στενά και με τα περιοδικά «Παραφυάδα» και «Το τραμ» (Τρίτη διαδρομή).
Κυκλοφόρησε επίσης τις συλλογές διηγημάτων : «Σε αναζήτηση ύφους» (1991, δεύτερη έκδοση το 1997 εμπλουτισμένη με πέντε ακόμα διηγήματα), και «Σαλονικάι, δηλαδή Σαλονικιός» (1999). Ήταν τακτικός συνεργάτης των εφημερίδων «Μακεδονία» και «Θεσσαλονίκη». Κείμενά του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γερμανικά, ισπανικά, γαλλικά και εβραϊκά.

Το 2011, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Βιβλίου Θεσσαλονίκης, μίλησαν για το έργο του Αλμπέρτου Ναρ, οι Τάσος Καλούτσας, Θωμάς Κοροβίνης, Μανόλης Ξεξάκης και Περικλής Σφυρίδης.Στις 10.5.2015, με αφορμή τα 10 χρόνια από το θάνατό του, οι εκδόσεις Νεφέλη και Ευρασία διοργάνωσαν στο πλαίσιο της 12ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης εκδήλωση για το έργο του με ομιλητές τους Χρίστο Ζαφείρη, Θωμά Κοροβίνη, Γιώργο Σκαμπαρδώνη και Θανάση Τριαρίδη.

Υλικό από το αρχείο του Ναρ με ηχογραφήσεις σεφαραδίτικης μουσικής βρίσκεται στο ΕΛΙΑ Θεσσαλονίκης. Απόσπάσμα του γίνεται γνωστό σήμερα με την έκδοση I REMEMBER… ΘΥΜΑΜΑΙ, όπου επιζώντες του Ολοκαυτώματος τραγουδούν Σεφαραδίτικα τραγούδια. Διηγήματά του έχουν αναδημοσιευθεί σε πολλά ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά.